{der}  
Geldgeber
 Subst.

{ο} χορηγός Subst.
(41)
DeutschGriechisch
„Mitglied der olympischen Familie“ eine Person, die Mitglied des Internationalen Olympischen Komitees, des Internationalen Paralympischen Komitees, der Internationalen Verbände, der Nationalen Olympischen und Paralympischen Komitees, der Organisationskomitees für die Olympischen Spiele und der nationalen Vereinigungen ist, wie die Athleten, die Kampfrichter/Schiedsrichter, Trainer und andere Sportfachleute, das die Teams oder die einzelnen Sportler begleitende ärztliche Personal sowie die akkreditierten Medienvertreter, Funktionsträger, Geldgeber, Förderer der Spiele oder andere offizielle Gäste, die sich der Olympischen Charta verpflichtet haben, der Autorität und Kontrolle des Internationalen Olympischen Komitees unterstellt haben, in den Listen der verantwortlichen Einrichtungen aufgeführt sind und vom Organisationskomitee für die Olympischen und Paralympischen Winterspiele 2006 für die Teilnahme an diesen Winterspielen akkreditiert wurden;«μέλος της ολυμπιακής οικογένειας»: κάθε πρόσωπο, μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, της Διεθνούς Παραολυμπιακής Επιτροπής, των Διεθνών Ομοσπονδιών, των Εθνικών Επιτροπών των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων, των Οργανωτικών Επιτροπών των Ολυμπιακών Αγώνων και των εθνικών ενώσεων, π.χ. αθλητές, κριτές/διαιτητές, προπονητές και λοιποί τεχνικοί στον χώρο του αθλητισμού, ιατρικό προσωπικό συνδεδεμένο με τις ομάδες ή μεμονωμένοι αθλητές ή αθλήτριες καθώς και δημοσιογράφοι διαπιστευμένοι στα μέσα ενημέρωσης, ανώτατα στελέχη, δωρητές, χορηγοί ή άλλοι επίσημοι προσκεκλημένοι, που δέχεται να υπαχθεί στον Ολυμπιακό Χάρτη και να ενεργεί υπό τον έλεγχο και την ανώτατη αιγίδα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, αναγράφεται δε στους καταλόγους των αρμόδιων οργανισμών προς διαπίστευση από την οργανωτική επιτροπή των χειμερινών Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων του 2006, προκειμένου να συμμετάσχει στους χειμερινούς Ολυμπιακούς ή/και Παραολυμπιακούς Αγώνες του 2006·

Übersetzung bestätigt

„Mitglied der olympischen Familie“ eine Person, die Mitglied des Internationalen Olympischen Komitees, des Internationalen Paralympischen Komitees, der Internationalen Verbände, der Nationalen Olympischen und Paralympischen Komitees, der Organisationskomitees für die Olympischen Spiele oder der nationalen Vereinigungen ist, wie die Athleten, die Kampfrichter/Schiedsrichter, Trainer und andere Sportfachleute, das die Teams oder die einzelnen Sportler begleitende ärztliche Personal sowie die akkreditierten Medienvertreter, Funktionsträger, Geldgeber und Förderer der Spiele oder andere offizielle Gäste, die sich der Olympischen Charta verpflichtet haben, sich der Autorität und Kontrolle des Internationalen Olympischen Komitees unterstellt haben, in den Listen der verantwortlichen Einrichtungen aufgeführt sind und vom Organisationskomitee des Mitgliedstaats, der die Olympischen und Paralympischen Spiele austrägt, für die Teilnahme [Jahr] an den Spielen akkreditiert wurden;«μέλος της ολυμπιακής οικογένειας»: κάθε πρόσωπο, μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, της Διεθνούς Παραολυμπιακής Επιτροπής, των Διεθνών Ομοσπονδιών, των Εθνικών Επιτροπών των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων, των Οργανωτικών Επιτροπών των Ολυμπιακών Αγώνων και των εθνικών ενώσεων, π.χ. αθλητές, κριτές/διαιτητές, προπονητές και λοιποί τεχνικοί στον χώρο του αθλητισμού, ιατρικό προσωπικό συνδεδεμένο με τις ομάδες ή μεμονωμένοι αθλητές ή αθλήτριες καθώς και δημοσιογράφοι διαπιστευμένοι στα μέσα ενημέρωσης, ανώτατα στελέχη, δωρητές, χορηγοί ή άλλοι επίσημοι προσκεκλημένοι, που δέχεται να υπαχθεί στον ολυμπιακό χάρτη και να ενεργεί υπό τον έλεγχο και την ανώτατη αιγίδα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, αναγράφεται δε στους καταλόγους των αρμόδιων οργανισμών προς διαπίστευση από την οργανωτική επιτροπή του κράτους μέλους που διοργανώνει τους Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες, προκειμένου να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς ή/και Παραολυμπιακούς Αγώνες του [έτους]·

Übersetzung bestätigt

(SICAV-FIS-Struktur), größte Geldgeber: CDC (Frankreich), CdP (Italien), KfW, ICO (Spanien), PKO (Polen) und EIB(δομή SICAV-FIS)· βασικοί χορηγοί: CDC (Γαλλία), CdP (Ιταλία), KfW, ICO (Ισπανία), PKO (Πολωνία) και ΕΤΕπ

Übersetzung bestätigt

3.2 Auf Handelsebene sind die Beziehungen zwischen diesen beiden Weltregionen zwar nicht so bedeutend; was jedoch die Entwicklungshilfe und -zusammenarbeit anbelangt, ist die EU weiterhin der größte Geldgeber Zentralamerikas mit Haushaltsmitteln in Höhe von 563,2 Mio. EUR im Zeitraum 2002-2006, zu denen noch 74,5 Mio. EUR im Rahmen des Memorandums zwischen der Kommission und dem Generalsekretariat des SICA sowie über 279 Mio. EUR Katastrophenhilfe hinzukommen, letztere hauptsächlich infolge des Hurrikans Mitch und des anschließenden Erdbebens in El Salvador.3.2 Στο εμπορικό πεδίο μεν, οι σχέσεις μεταξύ των δύο περιφερειών δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικές· όσον αφορά, όμως, τη συνεργασία και την ενίσχυση για την ανάπτυξη, η ΕΕ εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος χορηγός της Κεντρικής Αμερικής, με πιστώσεις στον προϋπολογισμό που ανήλθαν σε 563,2 εκατομμύρια ευρώ για το διάστημα 2002-2006, στα οποία πρέπει να προστεθούν 74,5 εκατομμύρια ευρώ στο πλαίσιο του μνημονίου μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Γενικής Γραμματείας του SICA, καθώς και περισσότερα από 279 εκατομμύρια ευρώ για βοήθεια μετά από τις καταστροφές που τράνταξαν την περιοχή, κυρίως μετά από τον τυφώνα Mitch και τον σεισμό που ρήμαξε το Ελ Σαλβαδόρ στη συνέχεια.

Übersetzung bestätigt

Als wichtigster Geldgeber (1,73 Mio. EUR) des Internationalen Konsortiums für die Bekämpfung von Artenschutzvergehen (International Consortium on Combating Wildlife Crime, ICCWC)9 ist die Kommission darum bemüht, einige dieser Probleme zu bewältigen.Όντας ο βασικός χορηγός βοήθειας (1,73 εκατομμύρια ευρώ) προς τη Διεθνή κοινοπραξία για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εις βάρος άγριων ειδών (International Consortium to Combat Wildlife Crime ICCWC)9, η Επιτροπή αποσκοπεί στην αντιμετώπιση ορισμένων από αυτές τις προκλήσεις.

Übersetzung bestätigt

Deutsche Synonyme
Geldgeber
Sponsor
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik


Singular

Plural

Nominativder Geldgeber

die Geldgeber

Genitivdes Geldgebers

der Geldgeber

Dativdem Geldgeber

den Geldgebern

Akkusativden Geldgeber

die Geldgeber




Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback