{η} βενζίνη Subst. (1563) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
‚kommerzieller Standardbrennstoff‘: ein international standardisierter handelsüblicher Brennstoff, der in Bezug auf seinen spezifischen Heizwert ein 95 %-iges Konfidenzintervall von höchstens ± 1 % aufweist, einschließlich Gasöl, leichtes Heizöl, Benzin, Lampenöl, Kerosin, Ethan, Propan, Butan, Jetkerosin (JET A1 oder JET A), Jetbenzin (JET B) und Flugbenzin (AvGas);“; | “τυπικό καύσιμο του εμπορίου”: τα διεθνώς τυποποιημένα καύσιμα του εμπορίου, των οποίων η θερμογόνος δύναμη, σύμφωνα με τις προδιαγραφές τους, παρουσιάζει διάστημα εμπιστοσύνης 95 % που δεν αποκλίνει περισσότερο από ± 1 % και στα οποία συμπεριλαμβάνονται πετρέλαιο ντίζελ, ελαφρύ μαζούτ, βενζίνη, φωτιστικό πετρέλαιο, κηροζίνη, αιθάνιο, προπάνιο, βουτάνιο, κηροζίνη αεριωθουμένων (jet A1 ή jet A), βενζίνη αεριωθουμένων (jet B) και βενζίνη αεροπλάνων (AvGas).»· Übersetzung bestätigt |
„Technologie“, die „unverzichtbar“ ist für die „Herstellung“ von Kraftstoffeinspritzsystemen, die eine besonders konstruierte Eignung zur Verwendung verschiedener Kraftstoffe (z.B. Dieseloder Düsenkraftstoff) aufweisen, die den Viskositätsbereich von Dieselkraftstoff (2,5 cSt bei 310,8 K (37,8 °C)) bis zu Benzin (0,5 cSt bei 310,8 K (37,8 °C)) abdecken, mit allen folgenden Eigenschaften: | "Τεχνολογία""απαιτούμενη" για την "παραγωγή" συστημάτων εγχύσεως καυσίμου με δυνατότητα χρήσης ειδικά σχεδιασμένου πολλαπλού καυσίμου (π.χ. ντήζελ ή καύσιμο αεριωθουμένων) που καλύπτουν κλίμακα εξόδου από το καύσιμο ντήζελ [2,5 cSt στους 310,8 K (37,8 °C)], έως την βενζίνη [0,5 cSt στους 310,8 Κ (37,8 °C)], που παρουσιάζουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: Übersetzung bestätigt |
Die folgende Tabelle gilt für Rohöl, LPG, Benzin, Kerosin, Dieselkraftstoff/Heizöl, schweres Heizöl und Öl insgesamt: | Ο κατωτέρω πίνακας εφαρμόζεται για το αργό πετρέλαιο, το LPG, τη βενζίνη, την κηροζίνη, το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης/ντίζελ, το μαζούτ και το συνολικό πετρέλαιο: Übersetzung bestätigt |
Soweit nicht anders bestimmt, betrifft diese Datenerhebung die nachstehend aufgeführten Energieprodukte, für die die Definitionen in Anhang B Kapitel 4 gelten: Rohöl, LPG, Benzin (Summe aus Motorenbenzin und Flugbenzin), Kerosin (Summe aus Flugturbinenkraftstoff auf Petroleumbasis und sonstigem Kerosin), Dieselkraftstoff/Heizöl, schweres Heizöl (mit niedrigem und hohem Schwefelgehalt). | Εάν δεν ορίζεται άλλως, αυτή η συλλογή δεδομένων εφαρμόζεται σε όλα τα ακόλουθα ενεργειακά προϊόντα για τα οποία ισχύουν οι ορισμοί του κεφαλαίου 4 του παραρτήματος Β: αργό πετρέλαιο, LPG, βενζίνη (που αποτελεί το άθροισμα της βενζίνης για κινητήρες και της βενζίνης αεροπλάνων), κηροζίνη (που αποτελεί το άθροισμα του καυσίμου αεριωθούμενων τύπου κηροζίνης και άλλης κηροζίνης), πετρέλαιο εσωτερικής καύσης/ντίζελ και μαζούτ (τόσο με χαμηλή όσο και με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο). Übersetzung bestätigt |
In der Erzeugung angefallene oder aus anderen Quellen stammende Ether wie MTBE (Methyl-Tert-Butylether) und TAME (Tert-Amyl-Methylether), Alkohole (Methanol, Ethanol) und Ester, die Benzin und Dieselkraftstoff beigemischt werden. | Το τμήμα της παραγωγής ή οι ποσότητες από άλλες πηγές που είναι αιθέρες όπως MTBE (μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρας) και TAME (τριταμυλομεθυλαιθέρας), αλκοόλες, όπως αιθανόλη και εστέρες και τα οποία χρησιμοποιούνται για την ανάμειξη σε βενζίνη και άλλα πετρέλαια εσωτερικής καύσης. Übersetzung bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
Benzin |
Otto-Kraftstoff |
Ähnliche Wörter |
---|
Benziner |
Benzinmotor |
Benzinpumpe |
Benzintank |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.