scheinen
 Verb

φαίνομαι Verb
(3)
λάμπω Verb
(1)
φέγγω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Sieh mal, ich will nicht wie ein richtiger Held scheinen, aber das ist ein Teil meiner Karriere.Κοίτα, Δεν θέλω να φαίνομαι σαν ο κακός αλλά έιναι μέρος της καριέρας μου

Übersetzung nicht bestätigt

Ich, Turanga Leela, Gewinnerin eines Young People's Choice Award, eines Peabody Jr. und 2 Training Emmys, bin nicht die, die ich zu scheinen bin.Εγώ, η Τουράνγκα Λίλα, νικήτρια ενός Βραβείου των Νέων ενός Πίμποντι Τζούνιορ και δύο Emmy, δεν είμαι αυτό που φαίνομαι.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich weiß, wie verrückt das scheinen muss, aber ich konnte nicht anders.Ξέρω ότι φαίνομαι τρελή, αλλά δεν άντεχα.

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
φαίνομαιφαινόμαστε
φαίνεσαιφαίνεστε, φαινόσαστε
φαίνεταιφαίνονται
Imper
fekt
φαινόμουν(α)φαινόμαστε, φαινόμασταν
φαινόσουν(α)φαινόσαστε, φαινόσασταν
φαινόταν(ε)φαίνονταν, φαινόντανε, φαινόντουσαν
Aoristφάνηκαφανήκαμε
φάνηκεςφανήκατε
φάνηκεφάνηκαν, φανήκαν(ε)
Per
fekt
έχω φανείέχουμε φανεί
έχεις φανείέχετε φανεί
έχει φανείέχουν φανεί
Plu
per
fekt
είχα φανείείχαμε φανεί
είχες φανείείχατε φανεί
είχε φανείείχαν φανεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα φαίνομαιθα φαινόμαστε
θα φαίνεσαιθα φαίνεστε, θα φαινόσαστε
θα φαίνεταιθα φαίνονται
Fut
ur
θα φανώθα φανούμε
θα φανείςθα φανείτε
θα φανείθα φανούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω φανείθα έχουμε φανεί
θα έχεις φανείθα έχετε φάνει
θα έχει φανείθα έχουν φανεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να φαίνομαινα φαινόμαστε
να φαίνεσαινα φαίνεστε, να φαινόσαστε
να φαίνεταινα φαίνονται
Aoristνα φανώνα φανούμε
να φανείςνα φανείτε
να φανείνα φανούν(ε)
Perfνα έχω φανείνα έχουμε φανεί
να έχεις φανείνα έχετε φανεί
να έχει φανείνα έχουν φανεί
Imper
ativ
Presφαίνεστε
Aoristφανούφανείτε
Part
izip
Pres
Perf
InfinAoristφανεί



Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
λάμπωλάμπουμε, λάμπομε
λάμπειςλάμπετε
λάμπειλάμπουν(ε)
Imper
fekt
έλαμπαλάμπαμε
έλαμπεςλάμπατε
έλαμπεέλαμπαν, λάμπαν(ε)
Aoristέλαμψαλάμψαμε
έλαμψεςλάμψατε
έλαμψεέλαμψαν, λάμψαν(ε)
Per
fekt
έχω λάμψειέχουμε λάμψει
έχεις λάμψειέχετε λάμψει
έχει λάμψειέχουν λάμψει
Plu
per
fekt
είχα λάμψειείχαμε λάμψει
είχες λάμψειείχατε λάμψει
είχε λάμψειείχαν λάμψει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα λάμπωθα λάμπουμε, θα λάμπομε
θα λάμπειςθα λάμπετε
θα λάμπειθα λάμπουν(ε)
Fut
ur
θα λάμψωθα λάμψουμε, θα λάμψομε
θα λάμψειςθα λάμψετε
θα λάμψειθα λάμψουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω λάμψειθα έχουμε λάμψει
θα έχεις λάμψειθα έχετε λάμψει
θα έχει λάμψειθα έχουν λάμψει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να λάμπωνα λάμπουμε, να λάμπομε
να λάμπειςνα λάμπετε
να λάμπεινα λάμπουν(ε)
Aoristνα λάμψωνα λάμψουμε, να λάμψομε
να λάμψειςνα λάμψετε
να λάμψεινα λάμψουν(ε)
Perfνα έχω λάμψεινα έχουμε λάμψει
να έχεις λάμψεινα έχετε λάμψει
να έχει λάμψεινα έχουν λάμψει
Imper
ativ
Presλάμπελάμπετε
Aoristλάμψελάμψτε, λάμψετε
Part
izip
Presλάμποντας
Perfέχοντας λάμψει
InfinAoristλάμψει

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback