Griechisch | Deutsch |
---|---|
Η συσκευασία ή/και η τεκμηρίωση που συνοδεύει το προϊόν περιλαμβάνουν τις ακόλουθες πληροφορίες: | Auf der Verpackung und/oder den zum Produkt gehörenden Unterlagen sind folgende Angaben zu machen: Übersetzung bestätigt |
Το χαρτόνι που χρησιμοποιείται για τη συσκευασία του τελικού προϊόντος πρέπει να είναι σχεδιασμένο για επαναχρησιμοποίηση ή να αποτελείται κατά 70 % από ανακυκλωμένα υλικά. | Die zur Verpackung des Endprodukts verwendete Pappe muss wiederverwendbar sein oder zu 70 % aus Recyclingmaterial bestehen. Übersetzung bestätigt |
Η χρησιμοποιούμενη συσκευασία πρέπει: | Die Verpackung muss Übersetzung bestätigt |
Το ακόλουθο κείμενο πρέπει να αναγράφεται στη συσκευασία του προϊόντος: | Auf der Verpackung muss folgender Text stehen: Übersetzung bestätigt |
όπως ορίζονται στην οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου [1].Εναλλακτικά, για την ταξινόμηση μπορεί να ληφθεί υπόψη ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/ΕΟΚ και 1999/45/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 [2]. | Alternativ dazu kann die Klassifikation aus der Verordnung (EG) Nr. 1272/2008 des Europäischen Parlaments und des Rates vom 16. Dezember 2008 über die Einstufung, Kennzeichnung und Verpackung von Stoffen und Gemischen zur Änderung und Aufhebung der Richtlinien 67/548/EWG und 1999/45/EG und zur Änderung der Verordnung (EG) Nr. 1907/2006 [2] zugrunde gelegt werden. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
αμπαλάρισμα |
Ähnliche Wörter |
---|
συσκευασία από χαρτόνι |
Deutsche Synonyme |
---|
Umhüllung |
Verpackung |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Verpackung | die Verpackungen |
Genitiv | der Verpackung | der Verpackungen |
Dativ | der Verpackung | den Verpackungen |
Akkusativ | die Verpackung | die Verpackungen |
συσκευασία η [siskevasía] : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του συσκευάζω. 1. τοποθέτηση ενός αντικειμένου μέσα σε κατάλληλο περικάλυμμα: συσκευασία σε κουτιά / σε κιβώτια. Xαρτί συσκευασίας. Mεταφορικές εταιρείες αναλαμβάνουν τη συσκευασίακαι τη μεταφορά της οικοσκευής. Γάλα / μαρμελάδα σε ατομική συσκευασία. || το συσκευασμένο προϊόν: Aγόρασα τη συσκευασία του ενός κιλού. 2. τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία: H κατάλληλη συσκευασία εξασφαλίζει την καλή διατήρηση των προϊόντων. || αμπαλάζ: Πολυτελής / χριστουγεννιάτικη συσκευασία. συσκευασία δώρου.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.