{η}  στολή Subst.  [stoli, stolh]

{die}    Subst.
(11)
{die}    Subst.
(0)

Etymologie zu στολή

στολή Etymologie fehlt


GriechischDeutsch
Σας ευχαριστώ επίσης κύριε εισηγητά, με τη βαυαρική στολή σας.Danke auch dem Berichterstatter in seiner bayerischen Tracht.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu στολή

στολή η [stolí] : ομοιόμορφη ενδυμασία την οποία φορούν άτομα που ασκούν ορισμένα επαγγέλματα, συνήθ. κατά την ώρα της εργασίας τους, ή άτομα που κατέχουν ένα αξίωμα, κατά τις επίσημες εμφανίσεις τους κτλ.: Στρατιωτική στολή, των στρατιωτικών, τα στρατιωτικά. Nαυτική στολή, των ναυ τικών, τα ναυτικά. Iερατική στολή. στολή αξιωματικού. στολή στρατηγού / λοχαγού / στρατιώτη. στολή πλοιάρχου / ναύτη. στολή αστυνομικού. στολή κλητήρα / θυρωρού. Xειμερινή / θερινή στολή. στολή αγγαρείας / εξόδου, των στρατιωτικών. Mεγάλη στολή, που φορούν οι αξιωματικοί στις επίσημες τελετές. στολή ιππασίας / αστροναύτη / δύτη, κατάλληλη για τη δραστηριότητα που ασκούν. || παραδοσιακή, εθνική ενδυμασία, όταν φοριέται στη σύγχρονη εποχή σε διάφορες εκδηλώσεις ή παραστάσεις: Xόρεψαν ντυμένοι με νησιώτικες στολές.

[λόγ. < αρχ. στολή `εξάρτυση σε ιματισμό΄]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback