μακρύς Adj.  [makris, makrys]

  Adj.
(149)

Etymologie zu μακρύς

μακρύς mittelgriechisch μακρύς altgriechisch μακρός, -ά, -όν


GriechischDeutsch
Η συνολική διάρκεια της διαδικασίας υιοθέτησης (η οποία μπορεί να ποικίλει από 3 έως 6 μήνες, σε συνάρτηση με τις ημερομηνίες συνόδου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), προστιθέμενη στη διάρκεια της διαδικασίας επιλογής, οδηγεί στην ομόφωνη εκτίμηση εκ μέρους των υποψηφίων που έχουν υποβάλει προτάσεις ότι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της υποβολής υποψηφιότητας και της απάντησης που αποστέλλεται στους φορείς προώθησης των σχεδίων, είναι ιδιαίτερα μακρύς.Allgemein ist aus der Sicht der Bewerber, die ihre Vorschläge eingereicht haben, der Zeitraum zwischen dem Antrag und der Antwort an die Projektträger aufgrund der Gesamtdauer des Annahmeverfahrens (das in Abhängigkeit von den Sitzungsterminen des EP zwischen 3 und 6 Monate betragen kann) sowie der Dauer des Auswahlverfahrens zu lang.

Übersetzung bestätigt

Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί προκειμένου οι τυχόν πολλά υποσχόμενες ερευνητικές δράσεις να μεταμορφωθούν σε ανταγωνιστικά αποτελέσματα ικανά να μετατραπούν σε εμπορεύσιμα προϊόντα, είναι συχνά μακρύς και επικίνδυνος (ιδιαίτερα όταν απαιτούνται πολύπλοκες διαδικασίες έγκρισης, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην περίπτωση των φαρμακευτικών προϊόντων).Andererseits ist zu bedenken, dass auch hier der Weg von erfolgversprechenden Forschungsansätzen zu wettbewerbsfähigen und marktreifen Ergebnissen häufig lang und risikoreich ist (vor allem wenn langwierige Zulassungsverfahren wie etwa bei Arzneimitteln zu durchlaufen sind).

Übersetzung bestätigt

Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί προκειμένου οι τυχόν πολλά υποσχόμενες ερευνητικές δράσεις να μεταμορφωθούν σε ανταγωνιστικά αποτελέσματα ικανά να μετατραπούν σε εμπορεύσιμα προϊόντα, είναι συχνά μακρύς και επικίνδυνος (ιδιαίτερα όταν απαιτούνται πολύπλοκες διαδικασίες έγκρισης, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην περίπτωση των φαρμακευτικών προϊόντων).Andererseits ist zu bedenken, dass auch hier der Weg von erfolgversprechenden Forschungsan­sätzen zu wettbewerbsfähigen und marktreifen Ergebnissen häufig lang und risikoreich ist (vor allem wenn langwierige Zulassungsverfahren wie etwa bei Arzneimitteln zu durchlaufen sind).

Übersetzung bestätigt

Επειδή ο χρόνος ενημέρωσης του καταλόγου αυτού φαίνεται δυσανάλογα μακρύς, η μορφή του κανονισμού που να περιλαμβάνει τα μέτρα προστασίας των καταναλωτών ενέργειας ενδέχεται να είναι η κατάλληλη λύση προκειμένου να ενσωματωθούν τα ειδικά δικαιώματα των καταναλωτών ενέργειας κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.Da die Fristen für die Aktualisierung dieser Liste unverhältnismäßig lang sind, könnte die Verordnung, die Schutzmaßnahmen für Energie­verbraucher enthalten müsste, der geeignete Rahmen sein, um spezifische Energiever­braucherrechte gegen unlautere Geschäftspraktiken aufzunehmen.

Übersetzung bestätigt

Επειδή ο χρόνος ενημέρωσης του καταλόγου αυτού φαίνεται δυσανάλογα μακρύς, η μορφή του κανονισμού που να περιλαμβάνει τα μέτρα προστασίας των καταναλωτών ενέργειας ενδέχεται να είναι η κατάλληλη λύση προκειμένου να ενσωματωθούν τα ειδικά δικαιώματα των καταναλωτών ενέργειας κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.Da die Fristen für die Aktualisierung dieser Liste unver­hältnismäßig lang sind, könnte die Verordnung, die Schutzmaßnahmen für Energieverbrau­cher enthalten müsste, der geeignete Rahmen sein, um spezifische Energieverbraucherrechte gegen unlautere Geschäftspraktiken aufzunehmen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
μακρύς -ιά -ύ
Deutsche Synonyme
weit
lang

Grammatik

Noch keine Grammatik zu μακρύς.



Für [1] siehe Übersetzungen zu Zunge1 f

Für [2] siehe Übersetzungen zu Sprache2 f




Griechische Definition zu μακρύς

μακρύς, επίθ.· θηλ. μακρέα· μακρία· πληθ. ουδ. μακρέα· μακρία.

1)
α) Που έχει μεγάλο μήκος, μακρύς:
ορά μακρέα (Γαδ. διήγ. 260
ξέρα … μακρία μίλι ήμισυ (Πορτολ. Α 21626
β) που έχει σχήμα επίμηκες, μακρουλός:
μάτια … μεγάλα και μακριά (Θησ. ΙΒ́ [563]).
2) (Ως προς το ύψος, το ανάστημα) ψηλός:
Μακρύς ήτον ως το βεργίν (Ιμπ. 79).
3) (Προκ. για τόπο) μακρινός, απομακρυσμένος:
ο ξένος … να έρτει από ηγή μακριά (Πεντ. Δευτ. XXIX 21).
4) Μεγάλος·
(προκ. για κατηγορία) σοβαρός:
μακρύν έγκλημαν (Ασσίζ. 38014).
5) Μακροχρόνιος, μεγάλης διάρκειας:
το ταξίδιν το μακρύ (Αχέλ. 1115).
Το ουδ. ως ουσ. = αναβολή:
το μακρύ πολλές φορές είδα καλό να φέρει (Ερωτόκρ. Ά 1713).
Η λ. στο αρσ.
1) Ως επών.:
(Σφρ., Χρον. 7010).
2) Σε τοπων.:
(Τζάνε, Κρ. πόλ. 25319).
[<επίθ. μακρός. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback