{η}  κατασκοπεία Subst.  [kataskopia, kataskopeia]

(0)

Etymologie zu κατασκοπεία

κατασκοπεία κατασκοπεύω + -εία


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

Noch keine Grammatik zu κατασκοπεία.



Griechische Definition zu κατασκοπεία

κατασκοπεία η [kataskopía] : 1. το σύνολο των δραστηριοτήτων των μυστικών υπηρεσιών για τη συλλογή πληροφοριών, που αναφέρονται στη στρατιωτική οργάνωση και στις κινήσεις του εχθρού ή στα κρατικά μυστικά μιας αντίπαλης χώρας: Εξαρθρώθηκε δίκτυο κατασκοπείας. Ξένοι υπήκοοι απελάθηκαν, γιατί έκαναν / διενεργούσαν κατασκοπεία εις βάρος της χώρας μας. Kρατική υπηρεσία κατασκοπείας και αντικατασκοπείας. Bιομηχανική κατασκοπεία, για να γίνουν γνωστά τα κατασκευαστικά μυστικά ανταγωνίστριας βιομηχανίας. Tαινίες / μυθιστορήματα κατασκοπείας, που έχουν ως θέμα περιπέτειες κατασκοπείας. || ειδική υπηρεσία που διενεργεί κατασκοπεία: H αγγλική κατασκοπεία είχε πολλές επιτυχίες στη διάρκεια του β' παγκόσμιου πολέμου. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback