{το}  καρύδι Subst.  [karidi, karithi, karydi]

{die}    Subst.
(64)
{die}    Subst.
(24)
{der}  
Adamsapfel (ugs.)
  Subst.
(4)

Etymologie zu καρύδι

καρύδι mittelgriechisch καρύδι(ν) altgriechisch καρύδιον, υποκοριστικό του κάρυον


GriechischDeutsch
Εάν η μέθοδος ελέγχου είναι πιθανό να καταστρέψει το προϊόν, το μέγεθος του μειωμένου δείγματος δεν υπερβαίνει το 10 % του χύδην δείγματος ή, σε περίπτωση καρυδιών με κέλυφος, 100 καρύδια που λαμβάνονται από το σύνθετο δείγμα.Würde das Kontrollverfahren das Erzeugnis zerstören, so darf die reduzierte Sammelprobe 10 % der Sammelprobe, oder bei ungeschälten Schalenfrüchten 100 Nüsse aus der Mischprobe nicht überschreiten.

Übersetzung bestätigt

Καρύδια κοκκοφοινίκων, καρύδια Βραζιλίας και καρύδια ανακαρδιοειδών, νωπά ή ξερά, έστω και χωρίς το κέλυφος ή τη φλούδα τουςKokosnüsse, Paranüsse und Kaschu-Nüsse, frisch oder getrocknet, auch ohne Schalen oder enthäutet

Übersetzung bestätigt

Καρύδια του arΕΚ (ή του betel) και καρύδια του kolaAreka-(Betel-)Nüsse und Kolanüsse

Übersetzung bestätigt

Άλλοι καρποί με κέλυφος, νωποί ή ξεροί, έστω και χωρίς το κέλυφος ή τη φλούδα τους, με εξαίρεση τα καρύδια του arΕΚ (ή του betel) και τα καρύδια του kola που υπάγονται στη διάκριση 08029020Andere Schalenfrüchte, frisch oder getrocknet, auch ohne Schalen oder enthäutet, ausgenommen Areka-(Betel-)Nüsse und Kolanüsse der Unterposition 08029020

Übersetzung bestätigt

Γενικά, όπως και το κρασί, το καρύδι είναι ένα ανταλλάξιμο προϊόν, δηλαδή στην ίδια συσκευασία είναι δυνατόν να αναμειχθούν καρύδια διαφορετικής προέλευσης και ποικιλίας.Nüsse sind nämlich im Allgemeinen wie Wein ein beliebig austauschbares Erzeugnis, d. h., man kann in einer Verpackung Nüsse verschiedener Arten und verschiedenen Ursprungs mischen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu καρύδι

καρύδι το [karíδi] : 1. ο καρπός της καρυδιάς, που έχει σφαιρικό σχή μα και που αποτελείται από έναν εξωτερικό πράσινο φλοιό ο οποίος όταν ωριμάσει ξεραίνεται και πέφτει, από ένα ξυλώδες κέλυφος και από τον πυρήνα, την ψίχα, που είναι φαγώσιμος: Φρέσκα / ξερά καρύδια. Aφρά τα καρύδια, που σπάζουν εύκολα. || (ειδικότ.) ο πυρήνας που σχηματίζεται από δύο μεγάλες κοτυληδόνες, κυρίως ο αποξηραμένος, η ψίχα του καρυδιού. ΦΡ κάθε καρυδιάς* καρύδι. σκληρό καρύδι, για κπ. που είναι σκληρός στις διαπραγματεύσεις, που δεν υποχωρεί εύκολα. κούφια καρύδια, για ανόητα ή ασήμαντα λόγια ή συζητήσεις. ΠAΡ ΦΡ τα δικά μας είναι καρύδια και ακούγονται, τα δικά τους σύκα και δεν ακούγονται, για λάθη ή ελαττώματα που στη μια περίπτωση προβάλλονται και κατακρίνονται, ενώ στην άλλη αποσιωπώνται. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback