καν   [kan]

(0)

Etymologie zu καν

καν mittelgriechisch καν altgriechisch κἄν καί ἄν (ακόμα και)


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

Noch keine Grammatik zu καν.



Griechische Definition zu καν

καν [kán] : I. μόριο αρνητικό, επιτατικό. 1. σε αποφατικές προτάσεις, συχνά ούτε καν, χωρίς καν, χωρίς ούτε καν: α. επιτείνει την αποφατική σημασία της πρότασης· καθόλου, διόλου: Yπάρχουν ευκαιρίες που δεν τις υποπτεύεσαι καν / που ούτε καν τις υποπτεύεσαι. Ενήργησε χωρίς καν να το σκεφτεί. Ούτε καν σκέφτηκα να τον ρωτήσω πού μένει. Δεν ξέρει καν τι θέλει. Ίσως να μη θυμάται καν όσα του ζήτησες, ίσως τυχόν. β. δηλώνει ότι δεν ισχύει η πρότα ση ή ο όρος της πρότασης που το υποκείμενο της πρότασης θεωρεί αυτο νόητα, στοιχειώδη ή ελάχιστα δυνατά: Δε ρώτησε καν ποιος τους ζήτησε. Ούτε καν στον πατέρα του δε δείχνει σεβασμό. Ούτε καν η αναπνοή του δεν ακουγόταν. Δεν ακουγόταν καν η αναπνοή του. Ούτε καν ήρθε να ρωτήσει αν τον χρειαζόμαστε, ας ερχόταν τουλάχιστον να ρωτήσει… Δεν είναι καν γνωστός σου, για να τον εμπιστευτείς. Όχι μόνο δε μένει μαζί τους αλλά ούτε καν τους επισκέπτεται. Έφυγε χωρίς καν ένα ευχαριστώ / αντίο. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback