θεωρία Subst.  [theoria, thewria]

{die}    Subst.
(2877)

Etymologie zu θεωρία

θεωρία altgriechisch θεωρία


GriechischDeutsch
γενική θεωρία και πρακτική σημασία της οργανοληπτικής αξιολόγησης·allgemeine Theorie und praktische Bedeutung der sensorischen Prüfung;

Übersetzung bestätigt

Η θεωρία που στηρίζει την προσέγγιση αυτή είναι ότι η τιμή που επιτυγχάνεται υπό τους όρους που ισχύουν στην αγορά μεταξύ ενός αγοραστή και ενός πωλητή που εκφράζουν ελεύθερα τη δικαιοπρακτική τους βούληση αποτελεί ένα καλό δείκτη της αξίας.Dieses Konzept basiert auf der Theorie, dass der marktübliche Preis, der auf unabhängiger Basis zwischen einem interessierten Käufer und einem interessierten Verkäufer erzielt wird, ein guter Indikator für den Wert ist.

Übersetzung bestätigt

θεωρία της συμπεριφοράς κατά την οδήγηση,der Theorie des Fahrverhaltens;

Übersetzung bestätigt

θεωρία και τεχνικές αξιολόγησης,der Theorie und Praxis der Bewertung;

Übersetzung bestätigt

Η τεκμηρίωση αυτή:α) περιγράφει λεπτομερώς τη θεωρία, τις παραδοχές και/ή τη μαθηματική και εμπειρική βάση της αντιστοίχισης των εκτιμήσεων με συγκεκριμένες βαθμίδες, μεμονωμένους οφειλέτες, ανοίγματα ή ομάδες κινδύνου, καθώς και τις πηγές δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση του υποδείγματος·Diese Dokumentation umfasst:a) eine detaillierte Beschreibung der Theorie, der Annahmen und/oder der mathematischen und empirischen Basis für die Zuordnung von Schätzwerten zu Ratingklassen, zu einzelnen Schuldnern, Krediten oder Pools sowie der Datenquelle(n), die für die Schätzung des Modells herangezogen werden;

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu θεωρία

θεωρία η· θεωριά· θωρία· θωριά.

1)
α) Θέα:
Περί θεωρίας θαλάσσης (Βακτ. αρχιερ. 154
β) θέαμα:
(Ερωφ. Δ´ 201
εκφρ.
(1) θεωρίας ένεκεν = για να φαίνεται κ.:
(Ψευδο-Σφρ. 4823
(2) εις την θεωρίαν τινός = μπροστά σε κάπ.:
(Ασσίζ. 22515).
2)
α) Όψη, μορφή, εμφάνιση:
ήμερη δεν είδα τη θωριά σου (Στάθ. Α´ 274
β) ωραία όψη, ομορφιά:
ο λίθος να θαμπώνεται, να χάνεται η θεωριά του (Φλώρ. 282
γ) φρ. δίνω πίστη και θωριά = εμπνέω εμπιστοσύνη:
(Ζήν. Β´ 96).
3)
α) Βλέμμα, ματιά:
δος μου μια γλυκιά θωριά (Ερωφ. Δ´ 401
β) «όραση»:
η γεροντοσύνη λιγανίσκει την θωριάν (Ξόμπλιν φ. 124r).
4) Στολίδι, στολισμός:
Ετέραν θεωρίαν τε ουκ είχεν (ενν. η βασίλισσα) ουδεμία (Αρσ., Κόπ. διατρ. [870]).
5) Ενόραση:
Επάν … η διάνοια αρθῄ εκ θείας θεωρίας (Παϊσ., Ιστ. Σινά 1618).
6) Όνειρο, όραμα:
με θωριές άγριες ξυπούμαι (Ροδολ. Α´ 526).
7) Επίσκεψη:
της εις εκείνην (ενν. την οσίαν) … θεωρίας βασιλέως (Σφρ., Χρον. 5021).
[αρχ. ουσ. θεωρία. Οι τ. θωρία (Meursius) και θωριά (Du Cange) και σήμ. ιδιωμ. Η λ. και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback