{η}  ζυγαριά Subst.  [zigaria, ziraria, zygaria]

{der}    Subst.
(102)

Etymologie zu ζυγαριά

ζυγαριά mittelgriechisch ζυγαρέα altgriechisch ζυγός


GriechischDeutsch
Μηχανές επισήμανσης με ετικέτες όπου αναφέρεται το βάρος/η τιμή, γεφυροπλάστιγγες και άλλες μηχανές ζύγισης (εκτός ατομικά και οικιακά μηχανήματα και συσκευές ζύγισης· συσκευές για διαρκή ζύγιση προϊόντων στους ιμάντες μεταφοράς· ζυγαριές καταστημάτων και ζυγαριές με ευαισθησία 5 cg)Apparate zum Wiegen/Etikettieren verpackter Waren, Brückenwaagen und andere Waagen (ausgenommen Haushalts-, Personenund Ladenwaagen, Waagen für Stetigförderer, Waagen zur Verwiegung konstanter Gewichtsmengen, Waagen mit Empfindlichkeit ≤ 5 cg)

Übersetzung bestätigt

Μηχανές επισήμανσης με ετικέτες όπου αναφέρεται το βάρος/η τιμή, γεφυροπλάστιγγες και άλλες μηχανές ζύγισης (εκτός ατομικά και οικιακά μηχανήματα και συσκευές ζύγισης· συσκευές για διαρκή ζύγιση προϊόντων στους ιμάντες μεταφοράς· ζυγαριές καταστημάτων)Apparate zum Wiegen/Etikettieren verpackter Waren, Brückenwaagen und andere Waagen (ausgenommen Haushalts-, Personenund Ladenwaagen, Waagen für Stetigförderer, Waagen zur Verwiegung konstanter Gewichtsmengen, Waagen mit Empfindlichkeit ≤ 5 cg)

Übersetzung bestätigt

Πλάστιγγες για σταθερά βάρη και αυτόματες ζυγαριές σακιάσματος και μέτρησης δόσεωνAbsack-, Abfüll-, Dosierund andere Waagen zur Verwiegung konstanter Gewichtsmengen

Übersetzung bestätigt

Μηχανές επισήμανσης με ετικέτες όπου αναφέρεται το βάρος/η τιμή, γεφυροπλάστιγγες και άλλες μηχανές ζύγισης (εκτός ατομικά και οικιακά μηχανήματα και συσκευές ζύγισης· συσκευές για διαρκή ζύγιση προϊόντων στους ιμάντες μεταφοράς· ζυγαριές καταστημάτων)Apparate zum Wiegen/Etikettieren verpackter Waren, Brückenwaagen u. andere Waagen (ausg. Haushalts-, Personenund Ladenwaagen, Waagen für Stetigförderer, Waagen zur Verwiegung konstanter Gewichtsmengen, Waagen mit Empfindlichkeit ≤ 5 cg)

Übersetzung bestätigt

Πλάστιγγες για σταθερά βάρη και αυτόματες ζυγαριές σακιάσματος και μέτρησης δόσεωνAbsack-, Abfüll-, Dosieru. a. Waagen zur Verwiegung konstanter Gewichtsmengen

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Waage



Griechische Definition zu ζυγαριά

ζυγαριά η [ziγarjá] : όργανο με το οποίο μετρούν το βάρος ενός σώματος· ζυγός: H ζυγαριά του μανάβη / του μπακάλη. Aυτόματη ζυγαριά. ζυγαριά ακριβείας. Bάζω κτ. στη ζυγαριά, το ζυγίζω και μτφ., υπολογίζω τη σημασία του, σταθμίζω τα υπέρ και τα κατά.

[μσν. ζυγαρέα με συνίζ. για αποφυγή της χασμ. < *ζυγάρ(ιον) -έα > -ιά υποκορ. του αρχ. ζυγ(ός) -άριον]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback