{ο}  διανοούμενος Subst.  [dianoumenos, thianoumenos, dianooymenos]

(0)

Etymologie zu διανοούμενος

διανοούμενος ουσιαστικοποιημένη μετοχή ενεστώτα του ρήματος διανοούμαι


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

Grammatik zu διανοούμενος

FallSingular
Nominativδιανοούμενοςδιανοούμενηδιανοούμενο
Genitivδιανοούμενουδιανοούμενηςδιανοούμενου
Akkusativδιανοούμενοδιανοούμενηδιανοούμενο
Vokativδιανοούμενεδιανοούμενηδιανοούμενο
FallPlural
Nominativδιανοούμενοιδιανοούμενεςδιανοούμενα
Genitivδιανοούμενωνδιανοούμενωνδιανοούμενων
Akkusativδιανοούμενουςδιανοούμενεςδιανοούμενα
Vokativδιανοούμενοιδιανοούμενεςδιανοούμενα



Griechische Definition zu διανοούμενος

διανοούμενος ο [δianoúmenos] Ο20α θηλ. διανοούμενη [δianoúmeni] : αυτός που ασχολείται με πνευματικές δραστηριότητες και χαρακτηρίζεται από βαθιά, συνήθ. φιλοσοφική, σκέψη: Παριστάνει το διανοούμενο ενώ είναι τελείως ακαλλιέργητος. Διανοούμενοι και τεχνοκράτες. || (επέκτ.): Είναι ο διανοούμενος της οικογένειας· συνεχώς διαβάζει.

[λόγ. μτχ. ενεστ. του ρ. διανοούμαι μτφρδ. γαλλ. intellectuel· λόγ. διανοούμεν(ος) -η]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback