{το}  άγαλμα Subst.  [agalma, aralma]

{die}    Subst.
(647)

Etymologie zu άγαλμα

άγαλμα altgriechisch ἄγαλμα ἀγάλλομαι - ἀγάλλω (δοξάζομαι - δοξάζω)


GriechischDeutsch
Το ίδιο ισχύει για τα καλλωπιστικά άνθη ή φυτά, αγάλματα ή άλλα αντικείμενα τέχνης, όπως πίνακες και τάπητες σε διαδρόμους και κλίμακες.Dies gilt gleichermaßen für Blumenoder sonstige Pflanzenarrangements, Statuen oder andere Kunstgegenstände wie Gemälde und Wandgehänge auf Gängen und in Treppenschächten.

Übersetzung bestätigt

Είδη από τσιμέντο, από σκυρόδεμα ή από τεχνητή πέτρα για μη κατασκευαστικούς σκοπούς (συμπεριλαμβάνονται τα βάζα, τα ανθοδοχεία, τα αρχιτεκτονικά ή κηπουρικά διακοσμητικά στοιχεία, τα αγάλματα και τα διακοσμητικά είδη)Waren aus Zement, Beton oder Kunststein, nicht für Bauzwecke (einschließlich Vasen, Blumentöpfen, Bau-, Gartenoder anderen Zierrats und Statuen)

Übersetzung bestätigt

Είδη για τις γιορτές των Χριστουγέννων (εκτός από ηλεκτρικές γιρλάντες, φυσικά χριστουγεννιάτικα δέντρα, βάσεις χριστουγεννιάτικων δέντρων, κεριά, αγαλματίδια, αγάλματα και τα παρόμοια για στολισμό χώρων λατρείας)Weihnachtsartikel (ohne elektrische Girlanden, natürliche Weihnachtsbäume, Christbaumständer, Kerzen, Statuetten, Statuen und dergleichen, die der feierlichen Dekoration dienen)

Übersetzung bestätigt

Είδη από τσιμέντο, από σκυρόδεμα ή από τεχνητή πέτρα για μη κατασκευαστικούς σκοπούς (συμπεριλαμβάνονται τα βάζα, τα ανθοδοχεία, τα αρχιτεκτονικά ή κηπουρικά διακοσμητικά στοιχεία, τα αγάλματα και τα διακοσμητικά είδη)Waren aus Zement, Beton oder Kunststein, nicht für Bauzwecke (einschließlich Vasen, Blumentöpfen, BauGartenoder anderen Zierrats und Statuen)

Übersetzung bestätigt

Απαγορεύεται σε υπηκόους κρατών μελών, ή με τη χρήση σκαφών ή αεροσκαφών που φέρουν τη σημαία κρατών μελών, να προμηθεύονται από τη ΛΔΚ αγάλματα, ανεξαρτήτως αν προέρχονται ή όχι από το έδαφος της ΛΔΚ.Die Beschaffung von Statuen durch Staatsangehörige der Mitgliedstaaten oder unter Benutzung von die Flagge der Mitgliedstaaten führenden Schiffen oder Luftfahrzeugen und unabhängig davon, ob sie ihren Ursprung im Hoheitsgebiet der DVRK haben oder nicht, aus der DVRK ist untersagt.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu άγαλμα

άγαλμα το [áγalma] : 1.γλυπτό ή χυτό ομοίωμα ανθρώπινης μορφής ή ζώου, συνήθ. από μέταλλο, μάρμαρο ή άλλο υλικό: Aρχαίο ελληνικό / ελληνιστικό / ρωμαϊκό / χάλκινο / χρυσελεφάντινο άγαλμα. Tο άγαλμα της Ελευθερίας. Στη μέση του πάρκου έστησαν το άγαλμα του εθνικού ευεργέτη, τον ανδριάντα. Οι φρουροί στέκονται στην πύλη σαν αγάλματα. || (επέκτ.) ακίνητος και βουβός σαν άγαλμα: Έμεινε άγαλμα από την έκπληξη / τη χαρά / τη συγκίνηση. || (στον πληθ.) παιδικό παιχνίδι: Παίζουμε τ΄ αγάλματα; [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback