{der} Hintergrund (fachspr.) Subst.(654) |
(0) |
φόντο italienisch fondο (υπόβαθρο, φόντο, χρηματοδότηση)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Τα εικονογράμματα κινδύνου σύμφωνα με το Παράρτημα V έχουν μαύρο σύμβολο σε λευκό φόντο με κόκκινο πλαίσιο επαρκώς ευρύ ώστε να είναι σαφώς ορατό. | Die Gefahrenpiktogramme gemäß Anhang V müssen ein schwarzes Symbol auf weißem Hintergrund in einem roten Rahmen tragen, der so breit ist, dass er deutlich sichtbar ist. Übersetzung bestätigt |
Λογότυπος σε έγχρωμο φόντο | Logo mit farbigem Hintergrund Übersetzung bestätigt |
Αν χρησιμοποιείται λογότυπος έγχρωμος ή σε έγχρωμο φόντο που τον καθιστά δυσανάγνωστο, χρησιμοποιείστε έναν εξωτερικό κύκλο ως περίγραμμα γύρω από το λογότυπο για μεγαλύτερη αντίθεση με τα χρώματα του φόντου, σύμφωνα με το κατωτέρω υπόδειγμα: | Bei Verwendung des Farblogos auf einem farbigem Hintergrund, der das Lesen der Schrift erschwert, empfiehlt sich eine Abgrenzung durch eine umlaufende Konturlinie, wie nachstehend gezeigt, um das Logo besser vom Hintergrund abzuheben. Übersetzung bestätigt |
Εάν ένα σύμβολο χρησιμοποιείται έγχρωμο σε έγχρωμο φόντο, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσδιάκριτο, πρέπει να χρησιμοποιείται ένας εξωτερικός κύκλος γύρω από το σύμβολο, ώστε να επιτυγχάνεται εντονότερη αντίθεση με το φόντο. | Auf einem farbigen Hintergrund lässt sich das farbige Gemeinschaftszeichen nur schwer erkennen. Es empfiehlt sich daher die Abgrenzung durch eine umlaufende Konturlinie, um den Kontrast gegenüber dem Hintergrund zu verstärken. Übersetzung bestätigt |
Εάν ένα σύμβολο χρησιμοποιείται έγχρωμο σε έγχρωμο φόντο, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσδιάκριτο, πρέπει να χρησιμοποιείται ένας εξωτερικός κύκλος γύρω από το σύμβολο ώστε να επιτυγχάνεται εντονότερη αντίθεση με το φόντο: | Auf einem farbigen Hintergrund lässt sich das farbige Gemeinschaftszeichen nur schwer erkennen. Es empfiehlt sich daher die Abgrenzung durch eine umlaufende Konturlinie, um den Kontrast gegenüber dem Hintergrund zu verstärken: Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Hintergrund |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Hintergrund | die Hintergründe |
Genitiv | des Hintergrundes des Hintergrunds | der Hintergründe |
Dativ | dem Hintergrund dem Hintergrunde | den Hintergründen |
Akkusativ | den Hintergrund | die Hintergründe |
φόντο το [fóndo] : 1. ό,τι αποτελεί το βάθος πίσω από τα κεντρικά αντικείμενα ή τις φιγούρες είτε στο φυσικό χώρο είτε στο δισδιάστατο των οπτικών αναπαραστάσεων, των εικόνων (φωτογραφία, ζωγραφική, κινηματογράφος κτλ.): Tο αεροπλάνο άφηνε πίσω του μια παχιά άσπρη γραμμή στο γαλάζιο φόντο του ουρανού. Οι τουρίστες φωτογραφίζονταν με φόντο τον Παρθενώνα. Ο πίνακας παρίστανε ένα κοπάδι άλογα με φόντο ένα καταπράσινο λιβάδι. H σκηνή εκτυλισσόταν σ΄ έναν κλασικό ινδιάνικο καταυλισμό με φόντο ψηλά και απόκρημνα βουνά. || (επέκτ.) γεγονότα, ιδέες κτλ., που βρίσκονται πίσω από το κεντρικό θέμα μιας αφήγησης: H παρουσίαση μιας ερωτικής ιστορίας με φόντο τις σκληρές συγκρούσεις της Γαλλικής Επανάστασης. Όλα τα έργα του συγγραφέα έχουν ως φόντο την ιδέα ότι η κοινωνία μας βρίσκεται σε αδιέξοδο. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.