{το}  φτυάρι Subst.  [ftiari, ftyari]

{die}    Subst.
(334)
{der}    Subst.
(64)
{die}    Subst.
(4)

Etymologie zu φτυάρι

φτυάρι altgriechisch πτύον


GriechischDeutsch
Κάδοι, φτυάρια, αρπάγες και λαβές για γερανούς, εκσκαφείς και παρόμοια μηχανήματαEimer, Kübel, Schaufeln, Löffel, Greifer und Zangen für Krane, Bagger usw.

Übersetzung bestätigt

Τσάπες και φτυάριαSpaten und Schaufeln

Übersetzung bestätigt

Λισγάρια (αξίνες) και φτυάριαSpaten und Schaufeln

Übersetzung bestätigt

Κουβάδες, κάδοι, φτυάρια, κουτάλια, αρπάγες και λαβίδες, για τις μηχανές και συσκευές των κλάσεων 8426, 8429 ή 8430Eimer, Kübel, Schaufeln, Löffel, Greifer und Zangen, für Maschinen, Apparate und Geräte der Pos. 8426, 8429 oder 8430

Übersetzung bestätigt

Είδη οικιακής χρήσης ή οικιακής οικονομίας και μέρη αυτών, από σίδηρο (εκτός του χυτοσίδηρου) ή από χάλυβα άλλον από τον ανοξείδωτο (εκτός των σμαλτωμένων, καθώς και εκτός από μπιτόνια, κουτιά και παρόμοια δοχεία της κλάσης 7310, καλάθια απορριμμάτων, φτυάρια, τιρμπουσόν και άλλα είδη που έχουν χαρακτήρα εργαλείων, κοπτικά εργαλεία, κουτάλια, κουτάλες, πηρούνια κλπ. των κλάσεων 8211 έως 8215, αντικείμενα διακόσμησης και είδη υγιεινής ή ευπρεπισμού)Haushaltsartikel, Hauswirtschaftsartikel, und Teile davon, aus Eisen (ausg. Gusseisen) oder anderem als nichtrostendem Stahl (ausg. emaillierte Artikel; Kannen, Dosen und ähnl. Behälter der Pos. 7310; Abfallkörbe; Schaufeln, Korkenzieher und andere Artikel mit Werkzeugcharakter; Schneidwaren sowie Löffel, Schöpfkellen, Gabeln usw. der Pos. 8211 bis 8215; Ziergegenstände; Sanitär-, Hygieneoder Toilettenartikel)

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu φτυάρι

φτυάρι το [ftxári] : εργαλείο που αποτελείται από ένα πλατύ (συνήθ. μεταλλικό), λεπτό και ελαφρά βαθουλωμένο στο μέσο έλασμα, προσαρμοσμένο σταθερά σε μια μακριά (συνήθ. ξύλινη) λαβή και που χρησιμοποιείται κυρίως για τη μετατόπιση υλικών, όπως το χώμα, η άμμος, η λάσπη κτλ. και σπανιότερα για ανακάτεμα ή για σκάψιμο: Ο ένας έσκαβε το λάκκο κι ο άλλος πετούσε τα χώματα έξω με το φτυάρι. Kαθάριζαν με φτυάρια το χιόνι απ΄ τους δρόμους. Xέρια μακριά σαν φτιάρια. || (ειδικότ.) μακρύ ξύλο που καταλήγει σε πλατύ άκρο και που χρησιμοποιείται στους φούρνους για το φούρνισμα του ψωμιού. φτυαράκι το YΠΟKΟΡ.

[μσν. φτυάρι < ελνστ. πτυάριον (αποφυγή της χασμ. και ανομ. τρόπου άρθρ. [pt > ft] ) υποκορ. του αρχ. πτύον]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback