Griechisch | Deutsch |
---|---|
Όλες οι συμμετοχές είναι φιναλίστ των δικών τους εθνικών διαγωνισμών, γεγονός που αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή σε επίπεδο ΕΕ καθώς μόνο οι καλύτερες εταιρείες από την ΕΕ και τις υποψήφιες χώρες μπορούν να υποβάλουν αίτηση. | Alle Bewerber sind Finalisten ihrer nationalen Wettbewerbe – eine wesentliche Voraussetzung für die Teilnahme auf EU-Ebene, da sich nur die besten Unternehmen der EU und der Kandidatenländer bewerben können. Übersetzung bestätigt |
Όλοι οι φιναλίστ κλήθηκαν στις Βρυξέλλες για να παρακολουθήσουν το σεμινάριο μέσων επικοινωνίας και την τελετή απονομής. | Alle Finalisten wurden nach Brüssel eingeladen, um an einem Medienseminar und der Preisverleihung teilzunehmen. Übersetzung bestätigt |
Το κοινό κλήθηκε επίσης να δει τα έργα των φιναλίστ και να ψηφίσει αυτό που προτιμά, το οποίο κέρδισε το βραβείο κοινού. | Auch die Öffentlichkeit wurde gebeten, die Kunstwerke der Finalisten zu begutachten und abzustimmen, um den Gewinner des Publikumspreises zu ermitteln. Übersetzung bestätigt |
Στη συνέχεια, η ευρωπαϊκή εφορευτική επιτροπή, την οποία αποτελούσαν εννέα προσωπικότητες που ορίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προέβη στην επιλογή των τεσσάρων τελικών υποψηφίων (φιναλίστ), από τους οποίους θα επιλέξει τον τελικό νικητή. | Danach nahm das europäische Preisgericht, bestehend aus neun von der Europäischen Kommission ernannten Persönlichkeiten die Auswahl der vier Finalisten vor, bevor der Preisgewinner ermittelt wurde. Übersetzung bestätigt |
Στη συνέχεια, η κριτική επιτροπή σε επίπεδο ΕΕ θα επιλέξει τρεις νικητές, σε επίπεδο ΕΕ, ανάμεσα στους 28 φιναλίστ. | Danach wählt eine EU-Jury aus den 28 Finalistinnen und Finalisten die drei Sieger/innen auf EU-Ebene aus. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Noch keine Grammatik zu φιναλίστ.
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Finalist | die Finalisten |
Genitiv | des Finalisten | der Finalisten |
Dativ | dem Finalisten | den Finalisten |
Akkusativ | den Finalisten | die Finalisten |
φιναλίστ ο [finalíst] Ο (άκλ.) θηλ. φιναλίστ [finalíst] Ο (άκλ.) & φιναλίστρια [finalístria] : (για άτομο ή ομάδα) αυτός που φτάνει, που συμμετέχει στην τελική φάση μιας διοργάνωσης διαγωνιστικού χαρακτήρα, διεκδικώντας έναν τίτλο, μια διάκριση: Οι δυο ομάδες θα αγωνιστούν ως φιναλίστ στον τελικό του Kυπέλου Πρωταθλητριών Ευρώπης στο μπάσκετ / στο ποδόσφαιρο / στο βόλεϊ κτλ. Ξεχώρισαν ήδη οι φιναλίστ για τον τίτλο της «Mις Kόσμος». || (ως επίθ.): Οι φιναλίστριες ομάδες.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.