τελικός -ή -ό Adj.  [telikos -i -o, telikos -h -o]

(16)
(3)
(0)
  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Αυτός πρέπει να είναι ο τελικός στόχος της στρατηγικής για την περιοχή του Δούναβη, δεδομένου ότι οι φτωχότερες περιοχές στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται επίσης στην περιοχή του Κάτω Δούναβη.Das muss das ultimative Ziel der Donaustrategie sein, angesichts der Tatsache, dass sich die ärmsten Regionen in der Europäischen Union auch im unteren Donauraum befinden.

Übersetzung bestätigt

Παρόλο που δεν έχει επιτευχθεί ο τελικός στόχος του πλήρους ανοίγματος της διατλαντικής αγοράς αερομεταφορών, αυτή η συμφωνία δεύτερου σταδίου μεταξύ ΕΕ και "ΠΑ αποτελεί σημαντική πρόοδο προς την κατεύθυνση αυτή, παρέχοντας νέες εμπορικές ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες και σημαντικά οφέλη για τους επιβάτες και τους μεταφορείς φορτίων, όσον αφορά τόσο την ενίσχυση της παροχής υπηρεσιών όσο και τη μείωση του κόστους.schriftlich. (PT) Auch wenn das ultimative Ziel einer völligen Öffnung des transatlantischen Luftverkehrsmarktes nicht erreicht wurde, stellt dieses Abkommen der zweiten Stufe zwischen der EU und der USA einen wichtigen Fortschritt in diese Richtung dar. Es bietet europäischen Luftfahrtunternehmen neue Geschäftsmöglichkeiten sowie Fluggästen und Luftfrachtgesellschaften durch verbesserte Dienstleistungen im Hinblick auf Angebot und Kosten wesentliche Vorteile.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • τελικός (maskulin)
  • τελική (feminin)
  • τελικό (neutrum)


Griechische Definition zu τελικός -ή -ό

τελικός -ή -ό [tedivkós] : 1α. που βρίσκεται στο τέλος μιας σειράς, μιας ενότητας· τελευταίος. ANT αρχικός: Tο τελικό φωνήεν / σύμφωνο / γράμμα μιας λέξης. Tο τελικό τμήμα του δρόμου. H τελική φάση / το τελι κό στάδιο μιας εργασίας. H τελική ευθεία*. (έκφρ.) σε τελική / σε τελευταία ανάλυση*. (λόγ.) μέχρι τελικής πτώσεως, ως το τέλος ή ως το θάνα το· ΣYN έκφρ. μέχρις εσχάτων. β. οριστικός, τελειωτικός1. ANT αρχικός: H τελική μορφή ενός έργου. H τελική απόφαση. Tο τελικό αποτέλεσμα / συμπέρασμα. Tο τελικό προϊόν, στη διαδικασία παραγωγής. || (ως ουσ., για αθλητικό αγώνα) ο τελικός, τα τελικά: Ο τελικός -ή -ό του Kυπέλου. Έφτασε στα τελικά. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback