προεδρικός -ή -ό Adj.  [proedrikos -i -o, proethrikos -i -o, proedrikos -h -o]

(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • προεδρικός (maskulin)
  • προεδρική (feminin)
  • προεδρικό (neutrum)


Griechische Definition zu προεδρικός -ή -ό

προεδρικός -ή -ό [proeδrikós] : που ανήκει ή που αναφέρεται: α. σε πρόεδρο: Προεδρικό αξίωμα. προεδρικός -ή -ό θώκος. Φιλοδοξεί να καθίσει στην προεδρική καρέκλα, να γίνει πρόεδρος. β. (ειδικότ.) στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Προεδρικό μέγαρο / διάγγελμα. Προεδρικό διάταγμα. Προεδρική δημοκρατία, μορφή δημοκρατικού πολιτεύματος, στην οποία ο ανώτατος άρχοντας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εκλέγεται συνήθ. άμεσα (από το λαό) και έχει ισχυρή εκτελεστική εξουσία: Tο πολίτευμα της Γαλλίας είναι προεδρική δημοκρατία.

[λόγ. πρόεδρ(ος) -ικός μτφρδ. γαλλ. présidentiel (διαφ. το αρχ. προεδρική γραφή `παραπομπή προέδρου σε δίκη΄)]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback