πολιτισμικός -ή -ό Adj.  [politismikos -i -o, politismikos -h -o]

(4)

GriechischDeutsch
Η βιοποικιλότητα θα πρέπει να προβάλλεται στην κοινωνία και πάλι ως οικονομικός αλλά και πολιτισμικός και πνευματικός θησαυρός.Arten­vielfalt muss der Gesellschaft wieder als wirtschaftlicher und kulturell-geistiger Schatz ver­mittelt werden.

Übersetzung bestätigt

Κατ' αυτόν τον τρόπο, το πρόγραμμα στοχεύει στο να επιτραπεί στους νέους να αποκτήσουν τόσο κοινωνικές όσο και πολιτισμικές δεξιοτεχνίες και ικανότητες, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κοινωνίας σε ένα ευρύ φάσμα τομέων (κοινωνικός, κοινωνικο-πολιτιστικός, περιβαλλοντικός, πολιτισμικός κλπ.) και να έλθουν σε επαφή με άλλους πολιτισμούς και γλώσσες.Das Programm soll Jugendlichen somit die Möglichkeit bieten, soziale und kulturelle Kompetenzen und Fähigkeiten zu erwerben, damit sie dazu beitragen, daß den Bedürfnissen der Gesellschaft in den unterschiedlichsten Bereichen (sozial, soziokulturell, umweltbezogen, kulturell usw.) entsprochen wird, und damit sie mit anderen Kulturen und Sprachen in Kontakt kommen können.

Übersetzung bestätigt

Κατ' αυτόν τον τρόπο, το πρόγραμμα στοχεύει στο να επιτραπεί στους νέους να αποκτήσουν τόσο κοινωνικές όσο και πολιτισμικές δεξιοτεχνίες και ικανότητες, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κοινωνίας σε ένα ευρύ φάσμα τομέων (κοινωνικός, κοινωνικο-πολιτιστικός, περιβαλλοντικός, πολιτισμικός κλπ.).Das Programm soll Jugendlichen somit die Möglichkeit bieten, soziale und kulturelle Kompetenzen und Fähigkeiten zu erwerben, damit sie dazu beitragen, den Bedürfnissen der Gesellschaft in den unterschiedlichsten Bereichen (sozial, soziokulturell, umweltbezogen, kulturell usw.) zu entsprechen, und mit anderen Kulturen und Sprachen in Kontakt kommen können.

Übersetzung bestätigt

Κατ' αυτόν τον τρόπο, το πρόγραμμα στοχεύει στο να επιτραπεί στους νέους να αποκτήσουν τόσο κοινωνικές όσο και πολιτισμικές δεξιοτεχνίες και ικανότητες, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κοινωνίας σε ένα ευρύ φάσμα τομέων (κοινωνικός, κοινωνικο-πολιτιστικός, περιβαλλοντικός, πολιτισμικός κλπ.).Das Programm soll Jugendlichen somit die Möglichkeit bieten, soziale und kulturelle Kompetenzen und Fähigkeiten zu erwerben, damit sie einen Beitrag dazu leisten können, den Bedürfnissen der Gesellschaft in den unterschiedlichsten Bereichen (sozial, soziokulturell, umweltbezogen, kulturell usw.) zu entsprechen und mit anderen Kulturen und Sprachen in Kontakt zu kommen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • πολιτισμικός (maskulin)
  • πολιτισμική (feminin)
  • πολιτισμικό (neutrum)


Griechische Definition zu πολιτισμικός -ή -ό

πολιτισμικός -ή -ό [podivtizmikós] : που ανήκει ή που αναφέρεται στον πολιτισμό1: Εμφάνιση νέων πολιτισμικών φαινομένων. Φτωχό / πλούσιο πολιτισμικό περιβάλλον. H πολιτισμική διάσταση των οικονομικών φαινομένων. Πολιτισμικό σοκ, η δυσκολία ή αδυναμία προσαρμογής σε νέες ή ξένες αξίες, κουλτούρες. πολιτισμικά ΕΠIΡΡ: Ένα γλωσσικό φαινόμενο είναι δυνατό να ερμηνευθεί πολιτισμικός -ή -ό.

[λόγ. πολιτισμ(ός) -ικός μτφρδ. γαλλ. culturel & αγγλ. cultural]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback