πλαγιά Etymologie fehlt
Griechisch | Deutsch |
---|---|
2 Μετρίως ξηρό (βοσκότοπος ή λειμώνας και πλαγιές με βόρειο ή ανατολικό προσανατολισμό) | 2 mitteltrocken (Grasland oder Grasniederung sowie Hänge mit nördlicher oder östlicher Ausrichtung) Übersetzung bestätigt |
Γενικός όρος που αναφέρεται σε μια υπερυψωμένη περιοχή της επιφάνειας της γης η οποία υψώνεται από τουλάχιστον 30 έως και 300 μέτρα πάνω από τις γύρω χαμηλότερες περιοχές, συνήθως με μια ονομαστική περιοχή κορυφής σε σχέση με τις όμορες πλαγιές, ένα σαφώς καθορισμένο κυκλικό περίγραμμα και πλαγιές που υπερβαίνουν συνήθως το 15 τοις εκατό. | Erhebung in der Landschaft, die das umgebende Flachland zwischen 30 m und 300 m überragt, in der Regel einen gegenüber den umgebenden Hängen flachen Gipfelbereich, eine markante abgerundete Form und Hänge mit einer Neigung von gewöhnlich mehr als 15 % aufweist. Übersetzung bestätigt |
Γεωμορφολογική συνιστώσα λόφων που αποτελείται από τις κυρτές πλαγιές (εγκάρσιες προς την ισοϋψή γραμμή) που σχηματίζουν τη στενή, γενικώς γραμμική ανώτερη περιοχή του λόφου, τη ράχη, ή άλλη υψηλή γαία όπου οι ώμοι έχουν συγκλίνει σε τέτοιο βαθμό ώστε να παραμένει ελάχιστη ή καθόλου κορυφή· κυριαρχούν σε αυτήν οι διαδικασίες διάβρωσης, έκπλυσης των πλαγιών και διάβρωσης από μαζικές κινήσεις, καθώς και τα ιζήματα. | Geomorphologische Komponente, die aus konvexen (senkrecht zur Höhenlinie liegenden) Hängen gebildet wird und den schmalen, fast linearen Bereich einer Kuppe formt, bei der die Flanken der Hänge mit dem Gipfel verschmolzen sind, so dass so gut wie keine Hochfläche mehr vorhanden ist; Erosion, Hangabspülung und Massenbewegung dominieren in diesen Bereichen. Übersetzung bestätigt |
Γεωμορφολογική συνιστώσα λόφων που αποτελείται από εμφάνιση γυμνού πετρώματος που ρίχνει θραύσματα πετρωμάτων και άλλα ιζήματα στην κολλουβιακή πλαγιά που βρίσκεται ακριβώς αποκάτω, και συνήθως ορθώνεται πιο απότομα από τη γωνία ηρεμίας της πλαγιάς αυτής· συνήθως βρίσκεται στις θέσεις του ώμου και της οπίσθιας πλαγιάς και δύναται να αποτελείται από το σύνολο ή μέρος της πλαγιάς ρύγχους ή της πλαγιάς πλευράς. | Geomorphologisches Formelement von Hügeln und Bergen, bestehend aus Aufschlüssen, aus denen Gesteinstrümmer oder andere Sedimente freigesetzt werden, im Allgemeinen mit steilerem Böschungswinkel als der direkt unterhalb befindliche kolluviale Hang; am häufigsten am oberen oder mittlerem Hangbereich zu finden; kann einen konvexen Hang oder einen Seitenhang ganz oder teilweise bilden. Übersetzung bestätigt |
Η διάβρωση πυροδοτείται από συνδυασμό παραγόντων όπως οι απότομες πλαγιές, το κλίμα (π.χ. μεγάλες περίοδοι ξηρασίας που ακολουθούνται από έντονες βροχοπτώσεις), η ακατάλληλη χρήση γης, το είδος της φυτικής εδαφοκάλυψης (π.χ. αραιά βλάστηση) και οι οικολογικές καταστροφές (π.χ. οι πυρκαγιές των δασών). | Ausgelöst wird Erosion durch eine Kombination von Faktoren wie steile Hänge, Klimabedingungen (z.B. lange Trockenperioden gefolgt von heftigen Niederschlägen), unangepasste Bodennutzung, Art der Bodenbedeckung (z.B. spärliche Vegetation) und Umweltkatastrophen (z.B. Waldbrände). Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
(λόγιο) κλιτύς |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
πλαγιάζω |
πλαγίαυλος |
πλαγιαστός -ή -ό |
πλάγια γραμμή |
πλαγιά η [plajá] : η κατηφορική ή ανηφορική πλευρά ενός φυσικού υψώματος (βουνού ή λόφου): Οι πλαγιές του βουνού ήταν δασωμένες / γυμνές / καταπράσινες / απότομες. H πόλη ήταν χτισμένη στην πλαγιά του λόφου.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.