παρεμβαίνω Verb  [paremveno, parembainw]

  Verb
(2)
  Verb
(0)
(0)

Etymologie zu παρεμβαίνω

παρεμβαίνω παρ- ( παρά) + εν + βαίνω


GriechischDeutsch
Ποιος θέλει να μαντέψει τι σημαίνει η λέξη "παρεμβαίνω";Wer möchte raten, was "intervenieren" bedeutet?

Übersetzung nicht bestätigt

Τι εννοείς "παρεμβαίνω";Was heißt hier intervenieren?

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu παρεμβαίνω

παρεμβαίνω [paremvéno] Ρ πρτ. παρενέβαινα, αόρ. γ' πρόσ. παρενέβη, παρενέβησαν, απαρέμφ. παρέμβει : μπαίνω στη μέση, παρεμβάλλομαι, μεσολαβώ συμμετέχοντας ενεργά σε μια διαδικασία με στόχο να αλλάξω, να αποκαταστήσω, να συμβιβάσω μια κατάσταση, κάποιες σχέσεις κτλ.: H κεντρική τράπεζα των HΠA παρενέβη και αγόρασε δολάρια, για να στηρίξει την τιμή τους. Xρειάστηκε να παρέμβω στη συζήτηση, για να βά λω τα πράγματα στη θέση τους. H κυβέρνηση δεν παρεμβαίνει στο έργο της δικαιοσύνης. || (νομ.) παρεμβάλλομαι σε δίκη που γίνεται ανάμεσα σε άλλους, γιατί έχω νόμιμο συμφέρον: Ο δικηγόρος παρεμβαίνει υπέρ του πελάτη του. || (οικον.) αποδέχομαι ή πληρώνω μια συναλλαγματική αντί του κυρίως αποδέκτη ή πληρωτή.

[λόγ. < ελνστ. παρεμβαίνω `προχωρώ στο πλάι κάποιου΄ σημδ. γαλλ. intervenir]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback