{το}  νυστέρι Subst.  [nisteri, nysteri]

{das}    Subst.
(181)
{das}    Subst.
(1)

Etymologie zu νυστέρι

νυστέρι altgriechisch νυστήριον νύσσω


GriechischDeutsch
λαβίδες, νυστέρι,Pinzette, Skalpell

Übersetzung bestätigt

Ψαλίδια, νυστέρια και λαβίδες από ανοξείδωτο χάλυβαScheren, Skalpelle und Pinzetten aus Edelstahl

Übersetzung bestätigt

Με ένα αποστειρωμένο νυστέρι, πραγματοποιείται στο στέλεχος μια διαγώνια τομή, μήκους 1,0 cm και βάθους ίσου προς τα 2/3 περίπου της διαμέτρου του στελέχους, αρχίζοντας την τομή από τη σταγόνα του ιζήματος.Mit einem sterilen Skalpell den Stängel vom Pellettropfen aus diagonal ca. 1,0 cm lang und etwa zwei Drittel der Stängeldicke tief einritzen.

Übersetzung bestätigt

Με ένα αποστειρωμένο νυστέρι, πραγματοποιείται στο στέλεχος μια διαγώνια τομή, μήκους 1,0 cm και βάθους ίσου προς τα 2/3 περίπου της διαμέτρου του στελέχους, αρχίζοντας από τη σταγόνα του ιζήματος.Mit einem sterilen Skalpell den Stängel vom Pellettropfen aus diagonal 1,0 cm lang und etwa zwei Drittel der Stängeldicke tief einritzen.

Übersetzung bestätigt

Με ένα καθαρό και απολυμασμένο νυστέρι ή ειδικό μαχαίρι λαχανικών, αφαιρείται η επιδερμίδα γύρω από το σημείο πρόσφυσης του στολονίου του κονδύλου έτσι ώστε να φανούν οι αγγειώδεις ιστοί.Mit einem sauberen, sterilen Skalpell oder Gemüsemesser die Schale am Nabelende der Knolle entfernen, so dass das Gefäßbündelgewebe sichtbar wird.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Seziermesser
Skalpell



Griechische Definition zu νυστέρι

νυστέρι το [nistéri] : μικρό χειρουργικό εργαλείο που μοιάζει με μαχαίρι και που το χρησιμοποιούν για την τομή των ιστών. || (οικ.) εγχείρηση: Kάνω συντηρητική θεραπεία για να γλιτώσω το νυστέρι, το μαχαίρι. ΦΡ βάζω / μπαίνει νυστέρι (στην πληγή), για να δηλώσουμε ότι πρέπει να διορθωθεί με ριζικά μέσα μια νοσηρή κατάσταση: H οικονομία μας δεν εξυγιαίνεται αν δεν μπει νυστέρι.

[ελνστ.(;) *νυστέριον (με αποφυγή της χασμ.) υποκορ. του αρχ. *νυστήρ < ρ. νύσ(σω) `αγγίζω με οξύ αντικείμενο΄ -τήρ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback