νέτος -η -ο Adj.  [netos -i -o, netos -h -o]

  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • νέτος (maskulin)
  • νέτη (feminin)
  • νέτο (neutrum)


Griechische Definition zu νέτος -η -ο

νέτος, επίθ.

1) Καθαρός· που δεν έχει ελάττωμα:
πενήντα τάβλες … να είναι παστρικές νέτες (Τσιρίγ., Επιστ. 170).
2) (Σε σχ. υπαλλαγής προκ. για δουλειά τελειωμένη και σίγουρη, για εξασφαλισμένη αμοιβή):
τα ρεάλια έχομέ τα στα χέρια μας τα πιάνομε και είν’ περίσσια νέτα (Ευγέν. 438).
3) (Μεταφ.) ειλικρινής, αληθινός:
είδε (ενν. ο Θεός) την επιστροφήν κι ήτον καθάρια, νέτα (Γεωργηλ., Θαν. 360).
4) (Ναυτ.)
α) (προκ. για βυθό, ακτή) που δεν έχει ξέρες, σκοπέλους ή άλλα εμπόδια:
νερά βαθέα και μη φοβάσαι και είναι νέτα (Πορτολ. B 251
(σε απρόσ. έκφρ.· πβ. είμαι Β́5):
όπου θέλεις ν’ αράξεις, είναι νέτο (Πορτολ. B 2310
β) (συνεκδ. προκ. για νησιά που έχουν γύρω τους θάλασσα χωρίς εμπόδια):
(Πορτολ. B 2418
γ) (συνεκδ. προκ. για πρόσωπο) που δε συναντά ξέρες ή άλλα εμπόδια (στο ταξίδι του):
οπόθεν θέλεις να έμπεις, έμπα νέτος (Πορτολ. B 2331).
[<βεν. neto - ιταλ. netto. Η λ. και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback