μουρμουράω Verb  [murmurao, moyrmoyraw]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu μουρμουράω

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
μουρμουράω, mourmourizo">μουρμουρίζωμουρμουράμε, μουρμουρούμε
μουρμουράςμουρμουράτε
μουρμουράει, μουρμουράμουρμουράν(ε), μουρμουρούν(ε)
Imper
fekt
μουρμουρούσα, μουρμούραγαμουρμουρούσαμε, μουρμουράγαμε
μουρμουρούσες, μουρμούραγεςμουρμουρούσατε, μουρμουράγατε
μουρμουρούσε, μουρμούραγεμουρμουρούσαν(ε), μουρμούραγαν, μουρμουράγανε
Aoristμουρμούρισαμουρμουρίσαμε
μουρμούρισεςμουρμουρίσατε
μουρμούρισεμουρμούρισαν, μουρμουρίσαν(ε)
Per
fekt
έχω μουρμουρίσειέχουμε μουρμουρίσει
έχεις μουρμουρίσειέχετε μουρμουρίσει
έχει μουρμουρίσειέχουν μουρμουρίσει
Plu
per
fekt
είχα μουρμουρίσειείχαμε μουρμουρίσει
είχες μουρμουρίσειείχατε μουρμουρίσει
είχε μουρμουρίσειείχαν μουρμουρίσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα μουρμουράωθα μουρμουράμε, θα μουρμουρούμε
θα μουρμουράςθα μουρμουράτε
θα μουρμουράει, θα μουρμουράθα μουρμουράν(ε), θα μουρμουρούν(ε)
Fut
ur
θα μουρμουρίσωθα μουρμουρίσουμε, θα μουρμουρίζομε
θα μουρμουρίσειςθα μουρμουρίσετε
θα μουρμουρίσειθα μουρμουρίσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω μουρμουρίσειθα έχουμε μουρμουρίσει
θα έχεις μουρμουρίσειθα έχετε μουρμουρίσει
θα έχει μουρμουρίσειθα έχουν μουρμουρίσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να μουρμουράωνα μουρμουράμε, να μουρμουρούμε
να μουρμουράςνα μουρμουράτε
να μουρμουράει, να μουρμουράνα μουρμουράν(ε), να μουρμουρούν(ε)
Aoristνα μουρμουρίσωνα μουρμουρίσουμε, να μουρμουρίσομε
να μουρμουρίσειςνα μουρμουρίσετε
να μουρμουρίσεινα μουρμουρίσουν(ε)
Perfνα έχω μουρμουρίσεινα έχουμε μουρμουρίσει
να έχεις μουρμουρίσεινα έχετε μουρμουρίσει
να έχει μουρμουρίσεινα έχουν μουρμουρίσει
Imper
ativ
Presμουρμούρα, μουρμούραγεμουρμουράτε
Aoristμουρμούρισε, μουρμούραμουρμουρίστε
Part
izip
Presμουρμουρώντας
Perfέχοντας μουρμουρίσει
InfinAoristμουρμουρίσει



Griechische Definition zu μουρμουράω

μουρμουράω [murmuráo] .1α : (προφ.) μουρμουρίζω1: Tι κάθεσαι και μουρμουράς τόσην ώρα;

[μουρμουρ(ίζω) μεταπλ. -άω με βάση το συνοπτ. θ. μουρμουρισ-]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback