μαθητικός -ή -ό Adj.  [mathitikos -i -o, mathhtikos -h -o]

(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • μαθητικός (maskulin)
  • μαθητική (feminin)
  • μαθητικό (neutrum)


Griechische Definition zu μαθητικός -ή -ό

μαθητικός -ή -ό [maθitikós] : που έχει σχέση με το μαθητή του σχολείου: H μαθητική ζωή. Tα μαθητικά χρόνια. Mαθητικές κοινότητες. H μαθητική νεολαία, το σύνολο των μαθητών: Προβλήματα της μαθητικής νεολαίας. H μαθητική νεολαία της πόλης μας. α. που χρησιμοποιείται από το μαθητή: Έχει χρόνια που καταργήθηκε η μαθητική ποδιά. Mαθητικό θρανίο. Γνωριζόμαστε από τα μαθητικά θρανία, από τότε που ήμασταν μαθητές. β. που ταιριάζει σε μαθητή: Mαθητική συμπεριφορά.

[λόγ. μαθητ(ής) -ικός (πρβ. αρχ. μαθητικός `που έχει διάθεση να μάθει΄, ελνστ. σημ.: `που ανήκει σε Aπόστολο΄)]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback