κρύσταλλο mittelgriechisch κρύσταλλο(ν) altgriechisch κρύσταλλος κρυσταίνομαι κρύος indoeuropäisch (Wurzel) *kreus (σε κάποιες περιπτώσεις (Lehnbedeutung) französisch cristal)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Το ’γραμμομοριακό κλάσμα’ ορίζεται ως ο λόγος γραμμομορίων ZnTe προς το άθροισμα των γραμμομορίων CdTe και ZnTe που υπάρχουν στον κρύσταλλο. | Der ‚Molenbruch‘ ist definiert als das Verhältnis der Mole von ZnTe zur Summe der Mole von CdTe und ZnTe, die im Kristall vorhanden sind. Übersetzung bestätigt |
Το "γραμμομοριακό κλάσμα" ορίζεται ως ο λόγος γραμμομορίων ZnTe προς το άθροισμα των γραμμομορίων CdTe και ZnTe που υπάρχουν στον κρύσταλλο. | Der ’Molenbruch’ ist definiert als das Verhältnis der Mole von ZnTe zur Summe der Mole von CdTe und ZnTe, die im Kristall vorhanden sind. Übersetzung bestätigt |
Άνοδοι, σφαίρες, ράβδοι (συμπεριλαμβανομένων ράβδων με εγκοπές και συρμάτινων ράβδων), χελώνες σιδήρου, τρόχιλοι, χελώνες σφυρήλατου σιδήρου, πλίνθοι, συσσωματώματες, κάθοδοι, κρύσταλλα, κύβοι, δίσκοι, κόκκοι, όγκοι μετάλλου, σβώλοι, μικροί και μεγάλοι, χελώνες, σκόνη, ροδέλες, σκάγια, πλάκες, τεμάχια μεταλλεύματος, μάζες, λεπτές ράβδοι. | Anoden, Kugeln, Barren (einschließlich Kerbbarren und Drahtbarren), Knüppel, Blöcke, Walzplatten, Briketts, Klumpen, Kathoden, Kristalle, Würfel, Kokillen, Körner, Granalien, Brammen, Kügelchen, Masseln, Pulver, Ronden, Schrot, Platten, Rohlinge, Schwamm, Stangen. Übersetzung bestätigt |
Το "γραμμομοριακό κλάσμα" ορίζεται ως ο λόγος γραμμομορίων ZnTe προς το άθροισμα των γραμμομορίων CdTe και ZnTe που υπάρχουν στον κρύσταλλο. | Der 'Molenbruch' ist definiert als das Verhältnis der Mole von ZnTe zur Summe der Mole von CdTe und ZnTe, die im Kristall vorhanden sind. Übersetzung bestätigt |
Το "γραμμομοριακό κλάσμα" ορίζεται ως ο λόγος γραμμομορίων ZnTe προς το άθροισμα των γραμμομορίων CdTe και ZnTe που υπάρχουν στον κρύσταλλο. | Der 'Molenbruch' ist definiert durch das Verhältnis der Mole von ZnTe durch die Summe der Mole von CdTe und ZnTe, die im Kristall vorhanden sind. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
κρύσταλλος |
κρυσταλλογραφία |
κρυσταλλογραφικός -ή -ό |
Deutsche Synonyme |
---|
Kristallglas |
Hartglas |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | das Kristallglas | die Kristallgläser |
Genitiv | des Kristallglases | der Kristallgläser |
Dativ | dem Kristallglas dem Kristallglase | den Kristallgläsern |
Akkusativ | das Kristallglas | die Kristallgläser |
κρύσταλλο το [krístalo] : 1α. πολύ λαμπερό, καθαρό γυαλί με μεγάλη δυνατότητα διάθλασης του φωτός, που χρησιμοποιείται για την κατασκευή διάφορων πολυτελών χρηστικών ή διακοσμητικών αντικειμένων: Ποτήρια / τασάκια από κρύσταλλο. κρύσταλλο Bοημίας. Bιτρίνα / τζαμαρία από κρύσταλλο. || (συνήθ. πληθ.) αντικείμενα από κρύσταλλο: Tο διαμέρισμά της είναι γεμάτο κρύσταλλα. β. μικροί σταλακτίτες από πάγο που κρέμονται στα παράθυρα, στις υδρορρόες κτλ. 2. (μτφ.) για κτ. καθαρό, διαυγές, λαμπερό: Nερό (σαν) κρύσταλλο. Σκέψη (σαν) κρύσταλλο. || Nερό σαν κρύσταλλο, παγωμένο.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.