κατηφορίζω Verb  [katiforizo, kathforizw]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!

Etymologie zu κατηφορίζω

κατηφορίζω Etymologie fehlt


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu κατηφορίζω

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κατηφορίζωκατηφορίζουμε, κατηφορίζομε
κατηφορίζειςκατηφορίζετε
κατηφορίζεικατηφορίζουν(ε)
Imper
fekt
κατηφόριζακατηφορίζαμε
κατηφόριζεςκατηφορίζατε
κατηφόριζεκατηφόριζαν, κατηφορίζαν(ε)
Aoristκατηφόρισακατηφορίσαμε
κατηφόρισεςκατηφορίσατε
κατηφόρισεκατηφόρισαν, κατηφορίσαν(ε)
Per
fekt
έχω κατηφορίσειέχουμε κατηφορίσει
έχεις κατηφορίσειέχετε κατηφορίσει
έχει κατηφορίσειέχουν κατηφορίσει
Plu
per
fekt
είχα κατηφορίσειείχαμε κατηφορίσει
είχες κατηφορίσειείχατε κατηφορίσει
είχε κατηφορίσειείχαν κατηφορίσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κατηφορίζωθα κατηφορίζουμε, θα κατηφορίζομε
θα κατηφορίζειςθα κατηφορίζετε
θα κατηφορίζειθα κατηφορίζουν(ε)
Fut
ur
θα κατηφορίσωθα κατηφορίσουμε, θα κατηφορίζομε
θα κατηφορίσειςθα κατηφορίσετε
θα κατηφορίσειθα κατηφορίσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κατηφορίσειθα έχουμε κατηφορίσει
θα έχεις κατηφορίσειθα έχετε κατηφορίσει
θα έχει κατηφορίσειθα έχουν κατηφορίσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κατηφορίζωνα κατηφορίζουμε, να κατηφορίζομε
να κατηφορίζειςνα κατηφορίζετε
να κατηφορίζεινα κατηφορίζουν(ε)
Aoristνα κατηφορίσωνα κατηφορίσουμε, να κατηφορίσομε
να κατηφορίσειςνα κατηφορίσετε
να κατηφορίσεινα κατηφορίσουν(ε)
Perfνα έχω κατηφορίσεινα έχουμε κατηφορίσει
να έχεις κατηφορίσεινα έχετε κατηφορίσει
να έχει κατηφορίσεινα έχουν κατηφορίσει
Imper
ativ
Presκατηφόριζεκατηφορίζετε
Aoristκατηφόρισεκατηφορίσετε
Part
izip
Presκατηφορίζοντας
Perfέχοντας κατηφορίσει
InfinAoristκατηφορίσει



Griechische Definition zu κατηφορίζω

κατηφορίζω [katiforízo] .1α : ακολουθώ πορεία, κατεύθυνση προς τα κάτω, κατεβαίνω. ANT ανηφορίζω. 1. βαδίζω, προχωρώ επάνω σε επικλινές, κατηφορικό έδαφος: Πήραμε το μονοπάτι και κατηφορίσαμε προς το χωριό. || (προφ.) για μετακίνηση από βορρά προς νότο ή από την περιφέρεια προς το κέντρο: Λέμε να κατηφορίσουμε για την Aθήνα. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback