ερωτικός -ή -ό Adj.  [erotikos -i -o, erwtikos -h -o]

  Adj.
(1)
(0)

GriechischDeutsch
Ο Μάνι δεν ήθελε να πει "ερωτικός."Manny wollte das Wort,amourös" nicht sagen.

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • ερωτικός (maskulin)
  • ερωτική (feminin)
  • ερωτικό (neutrum)


Griechische Definition zu ερωτικός -ή -ό

ερωτικός, επίθ.· ορωτικός· ’ρωτικός.

1) Που αναφέρεται στον έρωτα, σχετικός με τον έρωτα:
(Καλλίμ. 1030).
2)
α) Όμορφος, ευχάριστος στις αισθήσεις:
είχεν αυτός και σύζυγον … ερωτικήν (Αχιλλ. O 4
ερωτικόν μου αδόνιν (Αχιλλ. L 756
β) ποθητός:
το στήθος της παράδεισος ερωτικός (Βέλθ. 713).
3)
α) Ερωτευμένος:
αμηχανεί γαρ εις αρχήν ερωτική καρδία (Λίβ. Sc. 1105
ο νους ο ερωτικός (Λίβ. Esc. 4042
β) αγαπημένος:
Ανδρόγυνον ερωτικόν (Ιμπ. 39
γ) που έχει την προθυμία να κάνει κ.:
είτις απλώς ερωτικός θελήσει να το εκφράσει (Λίβ. Sc. 3261).
Το αρσ. ως ουσ. = εραστής:
εις αγκάλες να σεβώ ερωτικού μεγάλου (Αχιλλ. N 980).
Το θηλ. ως ουσ. = ερωμένη, αγαπημένη:
να την έχει ερωτικήν, να χαίρεται μετ’ αύτην (Χρον. Μορ. H 5778· Ch. pop. 108).
Το ουδ. στον πληθ. ως ουσ. = τα σχετικά με τον έρωτα:
να παιδευθείς τα ερωτικά, ως έχει, να τα μάθεις (Λίβ. P 2680).
[αρχ. επίθ. ερωτικός. Η λ. και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback