εβδομάδα mittelgriechisch εβδομάδα altgriechisch ἑβδομάς
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Στα 80 dB(A) ο χρόνος έκθεσης περιορίζεται στις 40 ώρες ανά εβδομάδα, ενώ στα 89 dB(A) ο χρόνος έκθεσης περιορίζεται στις 5 ώρες ανά εβδομάδα. | Bei 80 dB(A) ist die Dauer der Exposition auf 40 Stunden pro Woche zu beschränken, bei 89 dB(A) hingegen auf 5 Stunden pro Woche. Übersetzung bestätigt |
Συγκεκριμένα, οι ακροατές διατρέχουν τον κίνδυνο της μόνιμης απώλειας της ακοής εάν χρησιμοποιούν προσωπική συσκευή αναπαραγωγής μουσικής για περισσότερες από 40 ώρες την εβδομάδα σε υψηλή ένταση [άνω των 89 dB(A)] για περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών. | Insbesondere besteht für die Nutzer die Gefahr eines dauerhaften Hörverlusts, wenn sie das Gerät mindestens 5 Jahre lang über 40 Stunden pro Woche bei hohen Lautstärken (über 89 dB(A)) benutzen. Übersetzung bestätigt |
Δεύτερον, οι πόρτες και τα αντίστοιχα πλαίσια, έπρεπε να καθαρίζονται τακτικά για την εξάλειψη κάθε ίχνους πίσσας αναμεμειγμένης με άλλες επικίνδυνες ουσίες, όπως ο φώσφορος και το θείον. Αρχικά, ο καθαρισμός πραγματοποιείτο με τα χέρια, μία φορά την εβδομάδα. | Darüber hinaus müssen von den Türen und den Türrahmen regelmäßig die Teerablagerungen, die auch andere gefährliche Stoffe wie Phosphor und Schwefel enthalten, entfernt werden. Ursprünglich geschah dies einmal pro Woche in Handarbeit. Übersetzung bestätigt |
× 168 ώρες ανά εβδομάδα = 8,4 kWh ανά εβδομάδα, που αφαιρείται εν συνεχεία από την κατά δοκιμή τιμή TEC: 24,5 kWh ανά εβδομάδα — 8,4 kWh ανά εβδομάδα = 16,1 kWh ανά εβδομάδα. | 50 W × 168 Stunden/Woche = 8,4 kWh/Woche. Diese Zahl wird nun vom gemessenen TSV-Wert abgezogen: 24,5 kWh/Woche 8,4 kWh/Woche = 16,1 kWh/Woche. Übersetzung bestätigt |
Το 16,1 kWh ανά εβδομάδα συγκρίνεται μετά με τα εξής κριτήρια. | Die so errechneten 16,1 kWh/Woche werden dann mit den nachstehenden Kriterien verglichen. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Woche |
sieben Tage |
εβδομάδα η [evδomáδa] : 1.ο κύκλος των επτά συνεχόμενων ημερών (από την Kυρια κή ως το Σάββατο), του οποίου η διαδοχική επανάληψη, ανεξάρτητα από το σύστημα των μηνών και των ετών, διαιρεί το χρόνο σε ίσες περιόδους: H προηγούμενη / η επόμενη εβδομάδα. Οι προσεχείς εβδομάδες. Θα επιστρέψω στο τέλος αυτής της εβδομάδας ή στις αρχές της άλλης. || (εκκλ.): Kαθαρή / Kαθαρά εβδομάδα, η πρώτη εβδομάδα της Mεγάλης Σαρακοστής. Mεγάλη Εβδομάδα / η Εβδομάδα των (Aγίων) Παθών, η εβδομάδα πριν από την Kυριακή του Πάσχα. ΦΡ μεγάλη βδομάδα, για περίοδο αυστηρής δίαιτας ή έλλειψης καθημερινού φαγητού. εβδομάδα των παθών, για περίοδο βασανιστικών ενασχολήσεων, ταλαιπωριών. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.