διαμαρτύρομαι altgriechisch διαμαρτύρομαι
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Κύριε Πρόεδρε, διαμαρτύρομαι με τους εντονώτερους δυνατούς όρους και σας ζητώ να αλλάξετε τα άρθρα του Κανονισμού που εφαρμόζονται σήμερα για τη δήλωση του Επιτρόπου Fischler σχετικά με τη σπογγοειδή εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών. | Herr Präsident, ich bin heute abend hierher gekommen, um zu protestieren, und zwar möglichst energisch. Ich ersuche Sie, die Geschäftsordnung zu ändern, die für heute abend die Erklärungen von Kommissar Fischler zum Thema Rinderwahn vorsieht. Übersetzung bestätigt |
Σε ό, τι με αφορά, μαζί με την Επιτροπή, προτίθεμαι να συνεχίσω να διαμαρτύρομαι και να φωνάζω, αν χρειάζεται, πρώτον, διότι εκπληρώνω την αποστολή που μου ανατέθηκε και δεύτερον, διότι το πιστεύω. | Ich persönlich und mit mir die Kommission sind gerne bereit, weiterhin zu protestieren und nötigenfalls aufzuschreien, weil ich zum einen das mit übertragene Amt ausfülle und dann, weil ich daran glaube. Übersetzung bestätigt |
Τι δικαίωμα έχω να διαμαρτύρομαι εδώ μέσα, εγώ που κατάγομαι από μια μικρή χώρα η οποία έχει ένα νησί όπου ζουν εννέα χιλιάδες παραγωγοί μπανάνας; »Εννέα χιλιάδες παραγωγοί μπανάνας; | Welches Recht habe ich, der ich aus einem kleinen Land komme, zu dem eine Insel mit neuntausend Bananenerzeugern gehört, hier zu protestieren? "Neuntausend Bananenproduzenten? Übersetzung bestätigt |
Δίχως ρητές εγγυήσεις από μεριάς της Επιτροπής ότι θα απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση ζωικών παραγώγων για τη διατροφή άλλων ζώων, και δίχως ρητές εγγυήσεις από μεριάς της Επιτροπής ότι θα προχωρήσει στην αναμόρφωση της ΚΓΠ κάτι που δεν προβλέπεται στην Ατζέντα 2000 προς την κατεύθυνση της προστασίας της υγείας και της ευεξίας των ζώων και της προστασίας του περιβάλλοντος, σε ό, τι με αφορά, κύριε Πρόεδρε, θα συνεχίσω να διαμαρτύρομαι και να κάνω χρήση του μοναδικού όπλου που διαθέτω: της καταψήφισης αυτής της κατάστασης. | Wenn die Kommission nicht verbindlich zusagt, die Verwendung von Tierresten zur Verfütterung an andere Tiere zu verbieten, und wenn sie nicht verbindlich zusagt, die GAP zu ändern ein Punkt, der in der Agenda 2000 nicht erwähnt wird -, um Qualität zu fördern sowie Gesundheit, Wohlbefinden und die Umwelt zu schützen, werde ich weiterhin protestieren und mich der einzigen mir zu Gebote stehenden Waffe bedienen, nämlich gegen diese Situation stimmen. Übersetzung bestätigt |
Επομένως, για να διευκολύνω και τους λοιπούς συναδέλφους, διαμαρτύρομαι διότι δεν μας δίδεται το δικαίωμα, στους βουλευτές οι οποίοι τυγχαίνει να είμεθα τελευταίοι, να έχουμε τουλάχιστον μια απάντηση είτε από το Συμβούλιο, είτε από την Επιτροπή, καθώς ούτε ο Επίτροπος Van den Broek είναι εδώ, ούτε και η κυρία Προεδρεύουσα είναι εδώ, η οποία βέβαια με μεγάλη άνεση ανέπτυξε όλες τις απόψεις της, και ενώ υπήρχαν μόνο δύο αγορητές από πλευράς Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. | Deshalb möchte ich auch im Sinne der übrigen Kollegen dagegen protestieren, daß uns Abgeordneten, die wir zufällig am Ende der Rednerliste stehen, das Recht verwehrt wird, zumindest eine Antwort vom Rat oder der Kommission zu erhalten, denn weder ist Kommissar Van den Broek anwesend noch die amtierende Ratspräsidentin, die ihre Auffassung in aller Ausführlichkeit dargelegt hat, während gleichzeitig nur zwei Redner des Europäischen Parlaments sprechen durften. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | διαμαρτύρομαι, (diamarturo">διαμαρτυρώ) | διαμαρτυρόμαστε |
διαμαρτύρεσαι | διαμαρτύρεστε, διαμαρτυρόσαστε | ||
διαμαρτύρεται | διαμαρτύρονται | ||
Imper fekt | διαμαρτυρόμουν(α) | διαμαρτυρόμαστε, διαμαρτυρόμασταν | |
διαμαρτυρόσουν(α) | διαμαρτυρόσαστε, διαμαρτυρόσασταν | ||
διαμαρτυρόταν(ε) | διαμαρτύρονταν, διαμαρτυρόντανε, διαμαρτυρόντουσαν | ||
Aorist | διαμαρτυρήθηκα | διαμαρτυρηθήκαμε | |
διαμαρτυρήθηκες | διαμαρτυρηθήκατε | ||
διαμαρτυρήθηκε | διαμαρτυρήθηκαν, διαμαρτυρηθήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω διαμαρτυρηθεί | έχουμε διαμαρτυρηθεί | |
έχεις διαμαρτυρηθεί | έχετε διαμαρτυρηθεί | ||
έχει διαμαρτυρηθεί | έχουν διαμαρτυρηθεί | ||
Plu per fekt | είχα διαμαρτυρηθεί | είχαμε διαμαρτυρηθεί | |
είχες διαμαρτυρηθεί | είχατε διαμαρτυρηθεί | ||
είχε διαμαρτυρηθεί | είχαν διαμαρτυρηθεί | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα διαμαρτύρομαι | θα διαμαρτυρόμαστε | |
θα διαμαρτύρεσαι | θα διαμαρτύρεστε, θα διαμαρτυρόσαστε | ||
θα διαμαρτύρεται | θα διαμαρτύρονται | ||
Fut ur | θα διαμαρτυρηθώ | θα διαμαρτυρηθούμε | |
θα διαμαρτυρηθείς | θα διαμαρτυρηθείτε | ||
θα διαμαρτυρηθεί | θα διαμαρτυρηθούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω διαμαρτυρηθεί | θα έχουμε διαμαρτυρηθεί | |
θα έχεις διαμαρτυρηθεί | θα έχετε διαμαρτυρηθεί | ||
θα έχει διαμαρτυρηθεί | θα έχουν διαμαρτυρηθεί | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να διαμαρτύρομαι | να διαμαρτυρόμαστε |
να διαμαρτύρεσαι | να διαμαρτύρεστε, να διαμαρτυρόσαστε | ||
να διαμαρτύρεται | να διαμαρτύρονται | ||
Aorist | να διαμαρτυρηθώ | να διαμαρτυρηθούμε | |
να διαμαρτυρηθείς | να διαμαρτυρηθείτε | ||
να διαμαρτυρηθεί | να διαμαρτυρηθούν(ε) | ||
Perf | να έχω διαμαρτυρηθεί | να έχουμε διαμαρτυρηθεί | |
να έχεις διαμαρτυρηθεί | να έχετε διαμαρτυρηθεί | ||
να έχει διαμαρτυρηθεί | να έχουν διαμαρτυρηθεί | ||
Imper ativ | Pres | διαμαρτύρεστε | |
Aorist | διαμαρτυρήσου | διαμαρτυρηθείτε | |
Part izip | Pres | διαμαρτυρόμενος | |
Perf | |||
Infin | Aorist | διαμαρτυρηθεί |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | protestiere | ||
du | protestierst | |||
er, sie, es | protestiert | |||
Präteritum | ich | protestierte | ||
Konjunktiv II | ich | protestierte | ||
Imperativ | Singular | protestiere! protestier! | ||
Plural | protestiert! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
protestiert | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:protestieren |
διαμαρτύρομαι [δiamartírome] Ρ9β : 1. εκδηλώνω με λόγια ή με έργα την αντίθεση, την αποδοκιμασία ή την άρνησή μου για κτ., το οποίο με αφορά και συνήθ. θεωρείται άδικο ή παράνομο: «διαμαρτύρομαι, κύριε πρόεδρε», είπε κι έφυγε από τη συνεδρίαση. Ο λαός διαμαρτύρεται για τη βαριά φορολογία. Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης αποχώρησαν από τη βουλή διαμαρτυρόμενοι για τη στάση του προέδρου. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.