διαμαρτυρώ Verb  [diamartiro, thiamartiro, diamartyrw]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!

Etymologie zu διαμαρτυρώ

διαμαρτυρώ altgriechisch διαμαρτυρέω-διαμαρτυρῶ


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu διαμαρτυρώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
διαμαρτυρώδιαμαρτυρούμεdiamarturomai">διαμαρτυρούμαιδιαμαρτυρούμαστε
διαμαρτυρείςδιαμαρτυρείτεδιαμαρτυρείσαιδιαμαρτυρείστε
διαμαρτυρείδιαμαρτυρούν(ε)διαμαρτυρείταιδιαμαρτυρούνται
Imper
fekt
διαμαρτυρούσαδιαμαρτυρούσαμεδιαμαρτυρούμουνδιαμαρτυρούμαστε
διαμαρτυρούσεςδιαμαρτυρούσατε
διαμαρτυρούσεδιαμαρτυρούσαν(ε)διαμαρτυρούνταν, διαμαρτυρείτοδιαμαρτυρούνταν, διαμαρτυρούντο
Aoristδιαμαρτύρησαδιαμαρτυρήσαμεδιαμαρτυρήθηκαδιαμαρτυρηθήκαμε
διαμαρτύρησεςδιαμαρτυρήσατεδιαμαρτυρήθηκεςδιαμαρτυρηθήκατε
διαμαρτύρησεδιαμαρτύρησαν, διαμαρτυρήσαν(ε)διαμαρτυρήθηκεδιαμαρτυρήθηκαν, διαμαρτυρηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω διαμαρτυρήσει
έχω διαμαρτυρημένο
έχουμε διαμαρτυρήσει
έχουμε διαμαρτυρημένο
έχω διαμαρτυρηθεί
είμαι διαμαρτυρημένος, -η
έχουμε διαμαρτυρηθεί
είμαστε διαμαρτυρημένοι, -ες
έχεις διαμαρτυρήσει
έχεις διαμαρτυρημένο
έχετε διαμαρτυρήσει
έχετε διαμαρτυρημένο
έχεις διαμαρτυρηθεί
είσαι διαμαρτυρημένος, -η
έχετε διαμαρτυρηθεί
είστε διαμαρτυρημένοι, -ες
έχει διαμαρτυρήσει
έχει διαμαρτυρημένο
έχουν διαμαρτυρήσει
έχουν διαμαρτυρημένο
έχει διαμαρτυρηθεί
είναι διαμαρτυρημένος, -η, -ο
έχουν διαμαρτυρηθεί
είναι διαμαρτυρημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα διαμαρτυρήσει
είχα διαμαρτυρημένο
είχαμε διαμαρτυρήσει
είχαμε διαμαρτυρημένο
είχα διαμαρτυρηθεί
ήμουν διαμαρτυρημένος, -η
είχαμε διαμαρτυρηθεί
ήμαστε διαμαρτυρημένοι, -ες
είχες διαμαρτυρήσει
είχες διαμαρτυρημένο
είχατε διαμαρτυρήσει
είχατε διαμαρτυρημένο
είχες διαμαρτυρηθεί
ήσουν διαμαρτυρημένος, -η
είχατε διαμαρτυρηθεί
ήσαστε διαμαρτυρημένοι, -ες
είχε διαμαρτυρήσει
είχε διαμαρτυρημένο
είχαν διαμαρτυρήσει
είχαν διαμαρτυρημένο
είχε διαμαρτυρηθεί
ήταν διαμαρτυρημένος, -η, -ο
είχαν διαμαρτυρηθεί
ήταν διαμαρτυρημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα διαμαρτυρώθα διαμαρτυρούμεθα διαμαρτυρούμαιθα διαμαρτυρούμαστε
θα διαμαρτυρείςθα διαμαρτυρείτεθα διαμαρτυρείσαιθα διαμαρτυρείστε
θα διαμαρτυρείθα διαμαρτυρούν(ε)θα διαμαρτυρείταιθα διαμαρτυρούνται
Fut
ur
θα διαμαρτυρήσωθα διαμαρτυρήσουμεθα διαμαρτυρηθώθα διαμαρτυρηθούμε
θα διαμαρτυρήσειςθα διαμαρτυρήσετεθα διαμαρτυρηθείςθα διαμαρτυρηθείτε
θα διαμαρτυρήσειθα διαμαρτυρήσουν(ε)θα διαμαρτυρηθείθα διαμαρτυρηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω διαμαρτυρήσει
θα έχω διαμαρτυρημένο
θα έχουμε διαμαρτυρήσει
θα έχουμε διαμαρτυρημένο
θα έχω διαμαρτυρηθεί
θα είμαι διαμαρτυρημένος, -η
θα έχουμε διαμαρτυρηθεί
θα είμαστε διαμαρτυρημένοι, -ες
θα έχεις διαμαρτυρήσει
θα έχεις διαμαρτυρημένο
θα έχετε διαμαρτυρήσει
θα έχετε διαμαρτυρημένο
θα έχεις διαμαρτυρηθεί
θα είσαι διαμαρτυρημένος, -η
θα έχετε διαμαρτυρηθεί
θα είστε διαμαρτυρημένοι, -η
θα έχει διαμαρτυρήσει
θα έχει διαμαρτυρημένο
θα έχουν διαμαρτυρήσει
θα έχουν διαμαρτυρημένο
θα έχει διαμαρτυρηθεί
θα είναι διαμαρτυρημένος, -η, -ο
θα έχουν διαμαρτυρηθεί
θα είναι διαμαρτυρημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να διαμαρτυρώνα διαμαρτυρούμενα διαμαρτυρούμαινα διαμαρτυρούμαστε
να διαμαρτυρείςνα διαμαρτυρείτενα διαμαρτυρείσαινα διαμαρτυρείστε
να διαμαρτυρείνα διαμαρτυρούν(ε)να διαμαρτυρείταινα διαμαρτυρούνται
Aoristνα διαμαρτυρήσωνα διαμαρτυρήσουμε, να διαμαρτυρήσομενα διαμαρτυρηθώνα διαμαρτυρηθούμε
να διαμαρτυρήσειςνα διαμαρτυρήσετενα διαμαρτυρηθείςνα διαμαρτυρηθείτε
να διαμαρτυρήσεινα διαμαρτυρήσουν(ε)να διαμαρτυρηθείνα διαμαρτυρηθούν(ε)
Perfνα έχω διαμαρτυρήσει
να έχω διαμαρτυρημένο
να έχουμε διαμαρτυρήσει
να έχουμε διαμαρτυρημένο
να έχω διαμαρτυρηθεί
να είμαι διαμαρτυρημένος, -η
να έχουμε διαμαρτυρηθεί
να είμαστε διαμαρτυρημένοι, -ες
να έχεις διαμαρτυρήσει
να έχεις διαμαρτυρημένο
να έχετε διαμαρτυρήσει
να έχετε διαμαρτυρημένο
να έχεις διαμαρτυρηθεί
να είσαι διαμαρτυρημένος, -η
να έχετε διαμαρτυρηθεί
να είστε διαμαρτυρημένοι, -ες
να έχει διαμαρτυρήσει
να έχει διαμαρτυρημένο
να έχουν διαμαρτυρήσει
να έχουν διαμαρτυρημένο
να έχει διαμαρτυρηθεί
να είναι διαμαρτυρημένος, -η, -ο
να έχουν διαμαρτυρηθεί
να είναι διαμαρτυρημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presδιαμαρτυρείτεδιαμαρτυρείστε
Aoristδιαμαρτύρησεδιαμαρτυρήστε, διαμαρτυρήσετεδιαμαρτυρήσουδιαμαρτυρηθείτε
Part
izip
Presδιαμαρτυρώντας
Perfέχοντας διαμαρτυρήσει, έχοντας διαμαρτυρημένοδιαμαρτυρημένος, -η, -οδιαμαρτυρημένοι, -ες, -α
InfinAoristδιαμαρτυρήσειδιαμαρτυρηθεί



Griechische Definition zu διαμαρτυρώ

διαμαρτυρώ [δiamartiró] -ούμαι : κάνω διαμαρτύρηση: Διαμαρτυρημένη συναλλαγματική. Διαμαρτυρημένο γραμμάτιο. Aν το γραμμάτιο διαμαρτυρηθεί, θα πληρώσεις διαμαρτυρικά. || (προφ.): Θα το διαμαρτυρήσω το γραμμάτιο, αν δε με πληρώσεις.

[λόγ. < αρχ. διαμαρτυρῶ `ασκώ νομική αμφισβήτηση΄ σημδ. γαλλ. protester]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback