{η}  διάτρηση Subst.  [diatrisi, thiatrisi, diatrhsh]

{die}  
Perforation (fachspr.)
  Subst.
(114)

Etymologie zu διάτρηση

διάτρηση Πρότυπο:...


GriechischDeutsch
αθεράπευτη διάτρηση ή δυσλειτουργία της (των) τυμπανικής(-ών) μεμβράνης(-ών)·einer nicht verheilten Perforation oder einer Fehlfunktion eines Trommelfells oder beider Trommelfelle;

Übersetzung bestätigt

Καταστροφή όγκου που έχει ως αποτέλεσμα τη διάτρηση του εντέρου.Absterben des Tumors, was zu einem Durchbruch im Darm führt (Perforation)

Übersetzung bestätigt

Οξεία παγκρεατίτιδα, Περιτονίτιδα*, Οίδημα γλώσσας*, Ασκίτης, Οισοφαγίτιδα, Χειλίτιδα, Ακράτεια κοπράνων, Ατονία του σφιγκτήρα του πρωκτού, Κοπρόλιθος*, Γαστρεντερική εξέλκωση και διάτρηση *, Υπερτροφία των ούλων, Μεγάκολο, Εκκένωση από το ορθό, Φλύκταινες του στοματοφάρυγγα*, Άλγος των χειλέων, Περιοδοντίτιδα, Ραγάδα του πρωκτού, Μεταβολή στις συνήθειες του εντέρου, Πρωκταλγία, Μη φυσιολογικά κόπραναAkute Pankreatitis, Peritonitis*, Zungenödem*, Aszites, Ösophagitis, Lippenentzündung, Stuhlinkontinenz, Analsphinkteratonie, Fäkalom*, gastrointestinale Ulzeration und Perforation*, Zahnfleischhypertrophie, Megakolon, Rektalausfluss, oropharyngeale Blasenbildung*, Lippenschmerz, Periodontitis, Analfissur, Veränderung der Stuhlgang-Gewohnheit, Proktalgie, anomaler Stuhl

Übersetzung bestätigt

ασκίτης, εξέλκωση του γαστρεντερικού και διάτρηση, φλεγμονή του γαστρεντερικού σωλήνα (σε οποιαδήποτε περιοχή), στοματίτιδα, δυσπεψία, διάταση της κοιλίας, ξηρότητα του στοματοφάρυγγαAszites, gastrointestinales Geschwür und Perforation, Entzündung des Gastrointestinaltrakts (beliebige Lokalisation), Stomatitis, Dyspepsie, aufgetriebenes Abdomen, Trockenheit im MundRachen-Raum

Übersetzung bestätigt

Σε κλινικές μελέτες ασθενών που λάμβαναν αγωγή με πεμετρεξίδη σπάνια έχουν αναφερθεί περιπτώσεις κολίτιδας (συμπεριλαμβανομένης της αιμορραγίας του εντέρου και του ορθού, μερικές φορές με μοιραία έκβαση, εντερική διάτρηση, εντερική νέκρωση και τυφλίτις)Aus klinischen Studien wurden bei Patienten mit Pemetrexed-Behandlung gelegentlich Fälle von Colitis (einschließlich intestinale und rektale Blutungen, manchmal tödlich verlaufende, intestinale Perforation, intestinale Nekrose und Typhlitis) berichtet.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Durchbruch
Perforation

Grammatik

Noch keine Grammatik zu διάτρηση.



Singular

Plural

Nominativdie Perforation

die Perforationen

Genitivder Perforation

der Perforationen

Dativder Perforation

den Perforationen

Akkusativdie Perforation

die Perforationen




Griechische Definition zu διάτρηση

διάτρηση η [δiátrisi] : α. σχηματισμός ή κατασκευή τρύπας που διαπερνά την πλευρά ενός σώματος, κυρίως σε επιστημονικούς όρους: διάτρηση του στομάχου / του εντέρου, ρήξη του τοιχώματός τους από παθολογικά ή μηχανικά αίτια. διάτρηση του θώρακα του πλοίου από τα εχθρικά πυρά. διάτρηση μετάλλων, η εργασία με την οποία ανοίγονται διαμπερείς ή τυφλές τρύπες. β. κατασκευή μιας σειράς από μικροσκοπικές τρύπες επάνω σε χαρτί ή σε άλλο παρόμοιο υλικό: διάτρηση καρτελών.

[λόγ. < αρχ. διάτρη(σις) -ση]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback