αρμόδιος Subst.  [armodios, armothios]

{der}    Subst.
(19)

GriechischDeutsch
Καθ’ όλη τη διαδικασία πιστοποίησης, ο αρμόδιος υπάλληλος αποτελεί το σύνδεσμο μεταξύ της αιτούσας σιδηροδρομικής επιχείρησης και του οργανισμού/αρχής που εκδίδει το πιστοποιητικό.Während des Bescheinigungsverfahrens ist der Ansprechpartner die Schnittstelle zwischen dem antragstellenden Eisenbahnunternehmen und der ausstellenden Organisation/Behörde.

Übersetzung bestätigt

Αρχή πιστοποίησης (ονομασία, διεύθυνση και αρμόδιος επικοινωνίας στην αρχή πιστοποίησης)Bescheinigungsbehörde (Name, Anschrift und Ansprechpartner der Bescheinigungsbehörde)

Übersetzung bestätigt

Αρχή ελέγχου και φορείς που διενεργούν λογιστικούς ελέγχους υπό την ευθύνη της αρχής ελέγχου (ονομασία, διεύθυνση και αρμόδιος επικοινωνίας στην αρχή ελέγχου και τους λοιπούς ελεγκτικούς φορείς)Prüfbehörde und Stellen, die unter der Verantwortung der Prüfbehörde Prüfungen vornehmen (Name, Anschrift und Ansprechpartner der Prüfbehörde und sonstigen Prüfstellen)

Übersetzung bestätigt

Διαχειριστική αρχή (ονομασία, διεύθυνση και αρμόδιος επικοινωνίας στη διαχειριστική αρχή)Verwaltungsbehörde (Name, Anschrift und Ansprechpartner der Verwaltungsbehörde)

Übersetzung bestätigt

Αρχή ελέγχου και ελεγκτικοί φορείς (ονομασία, διεύθυνση και αρμόδιος επικοινωνίας στην αρχή ελέγχου και τους ελεγκτικούς φορείς)Prüfbehörde und Prüforgane (Name, Anschrift und Ansprechpartner der Prüfbehörde und der anderen Prüforgane)

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
αρμόδιος -α -ο



Griechische Definition zu αρμόδιος

αρμόδιος -α -ο [armóδios] : (για πρόσ. ή υπηρεσία) που είναι κατάλληλος, που είναι ικανός ή επιφορτισμένος να γνωμοδοτεί, να κρίνει, να αποφασίζει ή να ενεργεί για ζητήματα σχετικά με τα καθήκοντα ή με την ειδικότητά του. ANT αναρμόδιος: H υπόθεση παραπέμπεται στα αρμόδια δικαστήρια. Οι αρμόδιες υπηρεσίες ασχολήθηκαν με τα τοπικά προβλήματα. Για να εξυπηρετηθείς πρέπει να απευθυνθείς στον αρμόδιο υπάλληλο. || (ως ουσ.) ο αρμόδιος: Για τα αιτήματα των κατοίκων της περιοχής οι αρμόδιοι δεν έδειξαν απολύτως κανένα ενδιαφέρον. Kάλεσαν τους αρμοδίους για να εκτιμήσουν τις ζημιές από το χαλάζι. (λόγ. έκφρ.) ο καθ'ύλην* αρμόδιος. αρμοδίως ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < αρχ. ἁρμόδιος `που συνταιριάζει, ταιριαστός΄· λόγ. < ελνστ. ἁρμοδίως]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback