αραιώνω Verb  [areono, araiwnw]

  Verb
(0)

Etymologie zu αραιώνω

αραιώνω altgriechisch ἀραιῶ + -ώνω


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu αραιώνω

αραιώνω [areóno] -ομαι : 1α.αυξάνω τα κενά διαστήματα μεταξύ προσώπων ή πραγμάτων ή μειώνω την πυκνότητα, τη συνοχή τους. ANT πυκνώνω: Ο κηπουρός αραιώνει τα φυτά για ν΄ αναπτυχθούν καλύτερα. Οι εύστοχες βολές του πυροβολικού αραίωσαν τις γραμμές του εχθρού. Οι μαθητές αραιωμένοι έκαναν ασκήσεις γυμναστικής. Mε τρόμο διαπίστωσε πως ξαφνικά τα μαλλιά του είχαν αραιώσει πολύ. || Aργά το βράδυ αραιώνει η πελατεία του μαγαζιού, λιγοστεύει. β. (για σύσταση κυρ. υγρών, ρευστών) ρίχνω σε ένα πυκνό υγρό ή σε ένα διάλυμα κτ. πιο αραιό. ANT πυκνώνω: Aραίωσε την μπογιά με λίγο νέφτι. Πολλοί αραιώνουν το γάλα με νερό. || H κόλλα αραίωσε πολύ και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. || (ειδικότ. για οινοπνευματώδη ποτά) μειώνω το ποσοστό του αλκοόλ: αραιώνω το ούζο / το ουίσκι με νερό ή με σόδα. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback