απρόσιτος -η -ο Adj.  [aprositos -i -o, aprositos -h -o]

  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • απρόσιτος (maskulin)
  • απρόσιτη (feminin)
  • απρόσιτο (neutrum)


Griechische Definition zu απρόσιτος -η -ο

απρόσιτος -η -ο [aprósitos] : ANT προσιτός. 1α. για τόπο ή για χώρο στον οποίο δεν μπορεί ή πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να φτάσει· απροσπέλαστος1: Πανύψηλες και απότομες βουνοκορφές, απρόσιτες στον άνθρωπο. Xωριά απομονωμένα, που είναι απρόσιτα στους τουρίστες. β. για άτομο πολυάσχολο ή πολύ εσωστρεφές με το οποίο δεν μπορεί να έχει κάποιος προσωπική ή ψυχική επικοινωνία· απλησίαστος1, απροσπέλαστος2: Aπό τότε που έγινε διευθυντής είναι απρόσιτος -η -ο και στους πιο στενούς του φίλους. Είναι απρόσιτος -η -ο άνθρωπος / χαρακτήρας, πολύ κλειστός. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback