{η}  αντιπαροχή Subst.  [antiparochi, antiparoxh]

{die}    Subst.
(312)

Etymologie zu αντιπαροχή

αντιπαροχή αντι- + παροχή


GriechischDeutsch
Ωστόσο, όσον αφορά τη φύση των επαγγελματικών εισφορών που διατίθεντο στα «προγράμματα περιόδου εμπορίας», η Γαλλία ανέφερε ότι οι εν λόγω εισφορές αποτελούσαν την αντιπαροχή των ενδιαφερόμενων κλάδων στις δράσεις που χρηματοδοτούνταν στο πλαίσιο των «προγραμμάτων περιόδου εμπορίας» και δεν απολάμβαναν της επέκτασης των κανόνων όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών.Jedoch erklärte Frankreich hinsichtlich der Natur der Sektorbeiträge zur Finanzierung der „Krisenpläne“, dass diese Beiträge die Gegenleistung der beteiligten Sektoren für die im Rahmen der „Krisenpläne“ finanzierten Aktionen dargestellt hätten und diese nicht in den Genuss der Ausdehnung der Regeln gemäß Artikel 18 der Verordnung (EG) Nr. 2200/96 über die gemeinsame Marktorganisation für Obst und Gemüse gekommen seien.

Übersetzung bestätigt

Ως αντιπαροχή αποκτούν μερίδιο του ίδιου κεφαλαίου και λαμβάνουν την απόδοσή του όταν λήξει η συμμετοχή τους μετά την παρέλευση του χρόνου της επένδυσης.Als Gegenleistung erwerben sie einen Anteil am Eigenkapital und erhalten ihren Ertrag, wenn sie nach Ablauf des Investitionszeitraums ihre Beteiligung beenden.

Übersetzung bestätigt

Ως αντιπαροχή οι πιστωτές ζήτησαν να προβλεφθούν λεπτομερείς ρυθμίσεις που τους παρέχουν το δικαίωμα πρόωρης καταγγελίας της πιστωτικής σύμβασης σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν τηρεί τις ρυθμίσεις.Als Gegenleistung verlangten die Gläubiger recht umfassende Vereinbarungen, die sie berechtigten, den Kreditvertrag im Falle eines Verstoßes des Schuldners gegen die Vereinbarungen früher zu kündigen.

Übersetzung bestätigt

Προκύπτει από την απόφαση Altmark ότι «στον βαθμό που μια κρατική παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί ως αντιστάθμιση αποτελούσα την αντιπαροχή έναντι παρεχομένων εκ μέρους των δικαιούχων επιχειρήσεων υπηρεσιών προς εκπλήρωση υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις αυτές να μην επωφελούνται στην πραγματικότητα από ένα οικονομικό πλεονέκτημα, με αποτέλεσμα να μην περιέρχονται λόγω της ως άνω παρεμβάσεως οι επιχειρήσεις αυτές σε ευνοϊκότερη θέση ως προς τον ανταγωνισμό σε σχέση με τις επιχειρήσεις που τις ανταγωνίζονται, η παρέμβαση αυτή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 92, παράγραφος 1, της συνθήκης.Aus dem Altmark-Urteil folgt, „dass eine staatliche Maßnahme nicht unter Artikel 92 Absatz 1 EG-Vertrag fällt, soweit sie als Ausgleich anzusehen ist, der die Gegenleistung für Leistungen bildet, die von den Unternehmen, denen sie zugute kommt, zur Erfüllung gemeinwirtschaftlicher Verpflichtungen erbracht werden, so dass diese Unternehmen in Wirklichkeit keinen finanziellen Vorteil erhalten und die genannte Maßnahme somit nicht bewirkt, dass sie gegenüber den mit ihnen im Wettbewerb stehenden Unternehmen in eine günstigere Wettbewerbsstellung gelangen.

Übersetzung bestätigt

Εγκρίνεται από το Συμβούλιο εξ ονόματος της Κοινότητας η υπογραφή της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών σχετικά με την τροποποίηση του πρωτοκόλλου με το οποίο καθορίζονται οι αλιευτικές δυνατότητες και η χρηματική αντιπαροχή που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών σχετικά με την αλιεία στα ανοικτά των Σεϋχελλών για την περίοδο από 18 Ιανουαρίου 2005 έως 17 Ιανουαρίου 2011.Der Abschluss des Abkommens in Form eines Briefwechsels über die Änderung des Protokolls zur Festlegung der Fangmöglichkeiten und der finanziellen Gegenleistung nach dem Abkommen über die Zusammenarbeit in der Seefischerei zwischen der Europäischen Wirtschaftsgemeinschaft und der Republik Seychellen über die Fischerei vor der Küste der Seychellen für die Zeit vom 18. Januar 2005 bis zum 17. Januar 2011 wird vom Rat im Namen der Gemeinschaft genehmigt.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Deutsche Synonyme
Kompensation
Gegenleistung



Griechische Definition zu αντιπαροχή

αντιπαροχή η [andiparoxí] : α.(λόγ.) παροχή που γίνεται ως ανταπόδοση άλλης παροχής. β. (νομ.) Σύμβαση οικοδομήσεως με αντιπαροχή, σύμφωνα με την οποία ο κατασκευαστής της οικοδομής δίνει ένα τμήμα της στον ιδιοκτήτη του οικοπέδου. || (προφ.) το τμήμα της οικοδομής που παίρνει ο ιδιοκτήτης του οικοπέδου με βάση την παραπάνω σύμβαση: Έδωσε για χτίσιμο το οικόπεδό του και πήρε αντιπαροχή τρία διαμερίσματα.

[λόγ. < αρχ. ἀντι(παρέχω) -παροχή κατά το σχ.: παρέχω - παροχή]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback