ακροατής Etymologie fehlt
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Στην αγορά όμως σχεδόν δεν υπάρχουν ψηφιακοί δέκτες, κατά συνέπεια και ακροατές· η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται το 2002, ιδίως στο ΗΒ. | Da jedoch kaum digitale Empfänger auf dem Markt angeboten werden, gibt es auch keine Zuhörer, obwohl sich die Situation seit 2002 allmählich verbessert, vor allem in Großbritannien. Übersetzung bestätigt |
Η λήψη της υπηρεσίας που προστατεύεται από πρόσβαση υπό όρους είναι μεν ευρέως δυνατή, αλλά η θέαση ή ακρόασή της είναι δυνατή μόνον εφόσον ο θεατής/ακροατής χρησιμοποιεί ειδικό αποκωδικοποιητή, συχνά σε συνδυασμό με έξυπνη κάρτα4 που αγοράζει από το φορέα παροχής της υπηρεσίας. | Der zugangskontrollierte Dienst kann zwar von vielen empfangen werden, er ist aber nur sichtbar oder hörbar, wenn der Zuschauer/Zuhörer einen speziellen Decoder, oft in Verbindung mit einer vom Diensteanbieter erworbenen Smartcard4, benutzt. Übersetzung bestätigt |
Μόνο εάν είναι ταυτόχρονα "ακροατές και εκφραστές" της κοινωνίας των πολιτών, τόσο στο ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στους κόλπους της ιδιαίτερης κοινότητάς τους, θα μπορέσουν να μεταδώσουν το μήνυμα της ΕΟΚΕ με σαφήνεια και αποτελεσματικότητα. | Die EWSA-Mitglieder könnten die Botschaft des Ausschusses nur dann klar und wirksam vermitteln, wenn sie sowohl auf europäischer Ebene als auch zu Hause vor Ort Zuhörer und Sprachrohr wären. Übersetzung bestätigt |
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο ραδιοφωνικός σταθμός TNS Durham θα εκπέμψει ραδιοφωνικό πρόγραμμα για τη Νύχτα των Ερευνητών, με το οποίο θα ενθαρρύνονται οι ακροατές να συμμετάσχουν σε επιστημονικό πείραμα στην κουζίνα τους. | In Großbritannien strahlt TNS Durham ein Radioprogramm zur Nacht der Forschung aus und fordert die Zuhörer auf, wissenschaftliche Experimente in der Küche durchzuführen. Übersetzung bestätigt |
Για τους Αγγλους ακροατές αυτό ανέρχεται χονδρικά σε μία πένα το χρόνο και είναι χρήματα που δεν πηγαίνουν χαμένα. | Für meine englischen Zuhörer, das entspricht ungefähr einem halben Penny, und dieses Geld ist vernünftig ausgegeben. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Gasthörer |
Hörer |
Hörmuschel |
Zuhörer |
Zuhörerschaft |
ακροατής ο [akroatís] : α.αυτός που ακούει και παρακολουθεί ένα δημόσιο ακρόαμα (ομιλία, συναυλία κτλ.): Οι ακροατές μιας διάλεξης / μιας συναυλίας, το ακροατήριο. Οι ακροατές του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης. β. (σε αντιδιαστολή προς τον κανονικό μαθητή, φοιτητή κτλ.) αυτός που απλώς παρακολουθεί μια σειρά μαθημάτων, χωρίς να έχει άλλες υποχρεώσεις ή δικαιώματα: Γράφτηκε στο πανεπιστήμιο ως ακροατής.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.