ακινητοποιώ ακίνητος + ποιώ
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Noch keine deutschen Synonyme |
Noch keine Grammatik zu ακινητοποιώ.
ακινητοποιώ [akinitopió] -ούμαι : I1.(για πρόσ.) α. αναγκάζω κπ. να μείνει ακίνητος, συνήθ. με τη χρήση βίας: Ο ληστής ακινητοποίησε το θύμα του και μετά το λήστεψε. H αστυνομία κατόρθωσε να ακινητοποιήσει τους δράστες. β. περιορίζω τις δυνατότητες που έχει κάποιος να μετακινηθεί σε ένα χώρο, συνήθ. για στρατιωτικές δυνάμεις που μένουν καθηλωμένες, που αδυνατούν να αναλάβουν δράση: Tα εχθρικά πυρά / οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ακινητοποίησαν τη μονάδα μας. γ. (μτφ.) εμποδίζω κπ. να δράσει, να δραστηριοποιηθεί. ANT κινητοποιώ. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.