έλικας altgriechisch ἕλικα, αιτιατική ενικού της λέξης ἕλιξ proto-indogermanisch *wel- (γυρίζω)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
«προϊόν»: αεροσκάφος, κινητήρας ή έλικας· | „Erzeugnis“ ein Luftfahrzeug, einen Motor oder einen Propeller; Übersetzung bestätigt |
Το χρονικό διάστημα που αρχίζει όταν το αεροσκάφος αρχίζει να μετακινείται από τη θέση στάθμευσής του προκειμένου να απογειωθεί και λήγει όταν το αεροσκάφος ακινητοποιηθεί στην καθορισμένη για αυτό θέση στάθμευσης και όλοι οι κινητήρες ή έλικες τεθούν εκτός λειτουργίας. | Der Zeitraum zwischen der ersten Bewegung des Flugzeugs beim Verlassen seiner Parkposition zum Zwecke des Abflugs bis zum Halten auf der zugewiesenen Parkposition und Stillstand aller Triebwerke oder Propeller. Übersetzung bestätigt |
έλικας στην όπισθεν | Propeller dreht rückwärts Übersetzung bestätigt |
Ο απαιτούμενος χρόνος για την ακινητοποίηση, η κατεύθυνση του πλοίου προς την κατάλληλη πορεία και οι αποστάσεις, που καταγράφονται σε δοκιμές, μαζί με τα αποτελέσματα των δοκιμών που έχουν στόχο να προσδιορισθεί κατά πόσο τα πλοία τα οποία διαθέτουν πολλές έλικες είναι ικανά να πλέουν και να πραγματοποιούν ελιγμούς όταν μία ή και περισσότερες έλικες δεν λειτουργούν, είναι δεδομένα που πρέπει να βρίσκονται στη διάθεση του πλοιάρχου ή του εξουσιοδοτημένου προσωπικού κατά τον πλου. | .3 Die bei Probefahrten aufgezeichneten Stoppzeiten, Kurse und Distanzen sowie die Ergebnisse von Probefahrten zur Bestimmung der Manövriereigenschaften von Schiffen mit mehreren Propellern bei Ausfall eines oder mehrerer Propeller müssen an Bord für den Kapitän oder bestimmtes Personal zur Verfügung stehen. Übersetzung bestätigt |
Παρέχεται φωτεινή ένδειξη για τη φορά της ασκούμενης στο πλοίο ώσης και την ταχύτητα περιστροφής της έλικας ή των κυρίων κινητήρων.» | Die Richtung der vom Antrieb auf das Schiff wirkenden Schubkraft und die Drehzahl der Propeller oder der Antriebsmaschinen muss angezeigt werden.“ Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
zylindrische Spirale |
Helix |
Schraubenlinie |
Propeller |
Luftschraube |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Propeller | die Propeller |
Genitiv | des Propellers | der Propeller |
Dativ | dem Propeller | den Propellern |
Akkusativ | den Propeller | die Propeller |
έλικας ο [édivkas] : 1.προωθητικό όργανο (θαλάσσιου ή εναέριου μεταφορικού μέσου), που αποτελείται από πτερύγια τα οποία αποτελούν ίσα μέρη της ίδιας ελικοειδούς επιφάνειας και είναι προσαρμοσμένα σε περιστρεφόμενο άξονα: έλικας μηχανοκίνητης βάρκας / πλοίου κτλ., προπέλα. έλικας αεροπλάνου / ελικοπτέρου. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.