{το}  γλυκάνισο Subst.  [glikaniso, rlikaniso, glykaniso]

{der}    Subst.
(18)

Etymologie zu γλυκάνισο

γλυκάνισο Koine-Griechisch γλυκάνισον altgriechisch γλυκύς + ἄνισον / ἄννισον / ἄνησον / ἄννησον / ἄνησσον arabisch يانسون (yansun)[1] altägyptisch (insɛt)


GriechischDeutsch
Γλυκάνισο το κοινό, γλυκάνισο το αστεροειδές, κορίανδρος, κύμινο, αγριοκύμινο μάραθος και καρποί κέδρου (αρκεύθου), ακατέργασταAnis-, Sternanis-, Fenchel-, Koriander-, Kreuzkümmelund Kümmelfrüchte; Wacholderbeeren

Übersetzung bestätigt

Αλλεργικές αντιδράσεις στο γλυκάνισο ενδέχεται να εκδηλωθούν στο δέρμα και στο αναπνευστικό σύστημα.Es können allergische Hautoder Atemwegsreaktionen auf Anis auftreten.

Übersetzung bestätigt

Προϊόντα, σε στερεή μορφή, από φυτά (περιλαμβανομένων μούρων και σπόρων όπως το γλυκάνισο) τα οποία λαμβάνονται έπειτα από διαβροχή αυτών των φυτών σε αλκοολούχο διάλυμα ή έπειτα από εξάτμιση / απόσταξη οινοπνεύματος, ή και των δύο, κατά την επεξεργασία αρωματικών για την παραγωγή οινοπνευματωδών ποτών.Feste Erzeugnisse aus Pflanzen (auch Beeren und Saaten wie Anis), das nach dem Einmaischen dieser Pflanzen in einer alkoholischen Lösung und/oder nach Verdampfen/Destillation des Alkohols bei der Zubereitung von Aromen in der Spirituosenherstellung anfällt.

Übersetzung bestätigt

Προϊόντα, σε στερεή μορφή, από φυτά (περιλαμβανομένων ραγών και σπόρων όπως το γλυκάνισο) τα οποία λαμβάνονται έπειτα από διαβροχή αυτών των φυτών σε αλκοολούχο διάλυμα ή έπειτα από εξάτμιση/απόσταξη αλκοόλης, ή και τα δύο, κατά την επεξεργασία αρωματικών υλών για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών.Feste Erzeugnisse aus Pflanzen (auch Beeren und Saaten wie Anis), die nach dem Einmaischen dieser Pflanzen in einer alkoholischen Lösung und/oder nach Verdampfen/Destillation des Alkohols bei der Zubereitung von Aromen in der Spirituosenherstellung anfallen.

Übersetzung bestätigt

Anis είναι αλκοολούχο ποτό με άνισο, το χαρακτηριστικό άρωμα του οποίου προέρχεται αποκλειστικά από άνισο (κοινώς, γλυκάνισο) (Pimpinella anisum) ή/και αστεροειδή άνισο (Illicium verum) ή/και μάραθο (Foeniculum vulgare).Anis ist eine Spirituose mit Anis, deren charakteristischer Geschmack ausschließlich von Anis (Pimpinella anisum) und/oder Sternanis (Illicium verum) und/oder Fenchel (Foeniculum vulgare) stammt.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Γλυκάνισος
Deutsche Synonyme
Anisium
Anis



Griechische Definition zu γλυκάνισο

γλυκάνισο το [γdivkániso] : αρωματικό φυτό με τους σπόρους του οποίου αρωματίζουν διάφορα γλυκά και οινοπνευματώδη ποτά, κυρίως το ούζο.

[ελνστ. γλυκάνισον < αρχ. γλυκ(ύς) + ἄνισον < αραβ. yansum]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback