συνιστώ Verb  [sinisto, synistw]

  Verb
(78)
  Verb
(1)
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu συνιστώ

συνιστώ altgriechisch συνιστῶ συνίστημι


GriechischDeutsch
Κύριε Πρόεδρε, συνιστώ ένθερμα την υπερψήφιση του ψηφίσματος Δημητρακόπουλου/Leinen. Σα αυτό εκφράζεται καθαρά τόσο η απογοήτευσή μας για την ανεπάρκεια της ημερήσιας διάταξης, όσο όμως και η θέλησή μας να γίνει το συντομότερο η Διακυβερνητική Διάσκεψη.Herr Präsident, ich möchte die Annahme der Entschließung Dimitrakopoulos/Leinen wärmstens empfehlen, da in ihr sowohl unsere Enttäuschung über die unzureichende Agenda als auch unser Wille, die Regierungskonferenz so bald wie möglich durchzuführen, klar und deutlich zum Ausdruck kommen.

Übersetzung bestätigt

Ολοκληρώνοντας θα έλεγα ότι, ακόμη και αν θα μπορούσαν να διατυπωθούν ορισμένες κριτικές παρατηρήσεις σχετικά με συγκεκριμένες πτυχές της έκθεσης, συνιστώ αναμφίβολα την έγκρισή της, με την ελπίδα ότι οι προτάσεις που διατυπώνονται θα συναντήσουν τη δέουσα υποδοχή.Abschließend möchte ich auch wenn es zu einigen Punkten des Berichts sicher kritische Bemerkungen geben wird natürlich seine Annahme empfehlen in der Hoffnung, dass die darin formulierten Vorschläge die gebührende Zustimmung finden.

Übersetzung bestätigt

Στο Λουξεμβούργο αποφασίσαμε μια τέτοια απλοποίηση στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου απασχόλησης, η οποία σημειώνει μεγάλη επιτυχία και αποτελεί πρότυπο το οποίο συνιστώ, χωρίς να θέλω να υπερηφανευθώ.In Luxemburg haben wir uns ihm Rahmen des nationalen Beschäftigungsplans für eine solche Vereinfachung entschieden, und das funktioniert sehr gut und ist ein Modell, das ich in aller Bescheidenheit empfehlen möchte.

Übersetzung bestätigt

Αλλά, νομίζω, ακόμη, ότι είναι μεγάλης σημασίας να συζητήσουμε το θέμα του πολιτικού πλαισίου και, γι' αυτό, συνιστώ θερμά αυτή την τροπολογία.Da jedoch dieser politische Rahmen jetzt unbedingt auch hier diskutiert werden sollte, möchte ich den diesbezüglichen Änderungsantrag nachdrücklich empfehlen.

Übersetzung bestätigt

Κατά συνέπεια, συνιστώ ο καθοριστικός παράγοντας που θα πρέπει να οριστεί στο καταστατικό της κοινής επιχείρησης να είναι τα αεροσκάφη βάρους 600 κιλών σε αναμονή.Daher möchte ich empfehlen, dass in der Satzung des gemeinsamen Unternehmens ein Flugzeug-Bereitschaftsgewicht von 600 kg als ausschlaggebendes Merkmal festgelegt wird.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu συνιστώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
συνιστώ, συστήνωσυνιστούμεσυνιστώμαι(συνιστόμαστε, συνιστώμεθα)
συνιστάςσυνιστάτεσυνιστάσαι(συνιστάστε, συνιστάσθε)
συνιστάσυνιστούν(ε)συνιστάταισυνιστώνται
Imper
fekt
συνιστούσασυνιστούσαμε
συνιστούσεςσυνιστούσατε
συνιστούσεσυνιστούσαν(ε)συνίστατοσυνίσταντο
Aoristσύστησα, συνέστησασυστήσαμεσυστάθηκα, συνεστήθηνσυσταθήκαμε
σύστησες, συνέστησεςσυστήσατεσυστάθηκες, συνεστήθηςσυσταθήκατε
σύστησε, συνέστησεσυνέστησαν, συστήσαν(ε)συστάθηκε, συνεστήθησυστάθηκαν, συσταθήκαν(ε), συνέστησαν
Perf
ekt
έχω συστήσειέχουμε συστήσειέχω συσταθείέχουμε συσταθεί
έχεις συστήσειέχετε συστήσειέχεις συσταθείέχετε συσταθεί
έχει συστήσειέχουν συστήσειέχει συσταθείέχουν συσταθεί
Plu
perf
ekt
είχα συστήσειείχαμε συστήσειείχα συσταθείείχαμε συσταθεί
είχες συστήσειείχατε συστήσειείχες συσταθείείχατε συσταθεί
είχε συστήσειείχαν συστήσειείχε συσταθείείχαν συσταθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα συνιστώθα συνιστούμεθα συνιστώμαι(θα συνιστόμαστε, θα συνιστώμεθα)
θα συνιστάςθα συνιστάτεθα συνιστάσαι(θα συνιστάστε, θα συνιστάσθε)
θα συνιστάθα συνιστούν(ε)θα συνιστάταιθα συνιστώνται
Fut
ur
θα συστήσωθα συστήσουμε, θα συστήσομεθα συσταθώθα συσταθούμε
θα συστήσειςθα συστήσετεθα συσταθείςθα συσταθείτε
θα συστήσειθα συστήσουν(ε)θα συσταθείθα συσταθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω συστήσειθα έχουμε συστήσει θα έχω συσταθείθα έχουμε συσταθεί
θα έχεις συστήσειθα έχετε συστήσειθα έχεις συσταθείθα έχετε συσταθεί
θα έχει συστήσειθα έχουν συστήσειθα έχει συσταθείθα έχουν συσταθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να συνιστώνα συνιστούμενα συνιστώμαι(να συνιστόμαστε, να συνιστώμεθα)
να συνιστάςνα συνιστάτενα συνιστάσαι(να συνιστάστε, να συνιστάσθε)
να συνιστάνα συνιστούν(ε)να συνιστάταινα συνιστώνται
Aoristνα συστήσωνα συστήσουμε, να συστήσομενα συσταθώνα συσταθούμε
να συστήσειςνα συστήσετενα συσταθείςνα συσταθείτε
να συστήσεινα συστήσουν(ε)να συσταθείνα συσταθούν(ε)
Perfνα έχω συστήσεινα έχουμε συστήσεινα έχω συσταθείνα έχουμε συσταθεί
να έχεις συστήσεινα έχετε συστήσεινα έχεις συσταθείνα έχετε συσταθεί
να έχει συστήσεινα έχουν συστήσεινα έχει συσταθείνα έχουν συσταθεί
Imper
ativ
Presσυνιστάτε(συνιστάστε, συνιστάσθε)
Aoristσύστησεσυστήστε, συστήσετεσυστήσουσυσταθείτε
Part
izip
Presσυνιστώνταςσυνιστώμενος
Perfέχοντας συστήσεισυστημένος, -η, -οσυστημένοι, -ες, -α
InfinAoristσυστήσεισυσταθεί









Griechische Definition zu συνιστώ

συνιστώ [sinistó] αόρ. σύστησα και συνέστησα, απαρέμφ. συστήσει, παθ. αόρ. συστάθηκα και συστήθηκα, απαρέμφ. συσταθεί και συστηθεί : συγκροτώ, ιδρύω· συστήνω 2: Θα συσταθεί επιτροπή. Συστήθηκε εταιρεία.

[λόγ. < συνιστώ 2 σημδ. γαλλ. constituer]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback