{ο}  νόμος Subst.  [nomos]

{das}    Subst.
(3993)
{der}    Subst.
(0)

Etymologie zu νόμος

νόμος altgriechisch νόμος


GriechischDeutsch
Ο νόμος περί ίδρυσης της KfW ψηφίστηκε τον Οκτώβριο 1948 από το Οικονομικό Συμβούλιο και άρχισε να ισχύει στις 18 Νοεμβρίου 1948.Das Gesetz über die KfW wurde im Oktober 1948 vom Wirtschaftsrat verabschiedet und trat am 18. November 1948 in Kraft.

Übersetzung bestätigt

Ωστόσο, λόγω της απουσίας ελλείμματος του BTPS βάσει της μεθοδολογίας που ορίζει ο νόμος περί συντάξεων του 1995, η μεγαλύτερη περίοδος διόρθωσης που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η ΒΤ σε σύγκριση με το νόμο, δεν της προσκόμισε, εκ πρώτης όψεως, πραγματικό οικονομικό πλεονέκτημα.Weist der BTPS gemäß der vom Rentengesetz von 1995 vorgeschriebenen Methode jedoch kein Defizit auf, scheint der im Vergleich zum Gesetz längere Zeitraum, innerhalb dessen BT das Defizit hätte ausgleichen können, BT keinen konkreten wirtschaftlichen Vorteil verschafft zu haben.

Übersetzung bestätigt

Όσον αφορά την τήρηση των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων που εισήγαγε ο νόμος περί συντάξεων του 2004, από τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου προκύπτει ότι το BTPS δεν πληροί τις προϋποθέσεις εξαίρεσης, δεδομένου ότι δεν έχει συσταθεί με νομοθετική πράξη.Was die Erfüllung der durch das Rentengesetz von 2004 eingeführten betrifft, ergibt sich aus den vom Vereinigten Königreich vorgelegten Informationen, dass der BTPS eine der Bedingungen für die Befreiung nicht erfüllt, da er nicht per Gesetz gegründet wurde.

Übersetzung bestätigt

Η υποθετική εκδοχή της εφαρμογής ενός σχεδίου διάσωσης δεν εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον ο προαναφερόμενος νόμος του 2005 τέθηκε σε ισχύ αργότερα ενώ από κανένα στοιχείο που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή δεν συνάγεται ότι θα αποτύγχανε μια ενδεχόμενη εξυγίανση με δικαστική απόφαση της SNCM.Gesetz Nr. 85-98 vom 25. Januar 1985 über die Sanierung und gerichtliche Liquidation von Unternehmen, kodifiziert im Code de Commerce in den Artikeln L620-1 ff.; Gesetz Nr. 2005-845 vom 26. Juli 2005 über die Rettung, Sanierung und Liquidation von Unternehmen, kodifiziert in den Artikeln 620-1 bis 670-8 Code de Commerce.

Übersetzung bestätigt

Το άρθρο 8.2.4. της εν λόγω συμφωνίας ορίζει ότι, όσον αφορά την ενίσχυση που προβλέπεται στα άρθρα 3 έως 6 του νόμου 2941/2001 (βλέπε σημείο (33) της παρούσας απόφασης, όπου περιγράφεται ο εν λόγω νόμος), το Δημόσιο υποχρεούται να καταβάλει στην Τράπεζα Πειραιώς το 100 % κάθε ποσού που θα κατέβαλε η ΕΤΒΑ στην HDW/Ferrostaal.Artikel 8.2.4. dieser Übereinkunft legt fest, dass bei der in Artikel 3 bis 6 des Gesetzes 2941/2001 erfassten Beihilfe (s. Randnummer (33) dieser Entscheidung, die das genannte Gesetz beschreibt) der griechische Staat verpflichtet wird, der Piraeus Bank 100 % eines jeden Betrags zu entrichten, den ETVA an HDW/Ferrostaal zahlen würde.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu νόμος

νόμος ο [nómos] : I1α.γραπτός κανόνας δικαίου που τίθεται από μια πολιτεία και που ρυθμίζει υποχρεωτικά τις σχέσεις κάθε πολίτη με την πολιτεία αυτή και με τους άλλους πολίτες: Πρόταση / ψήφιση / κύρωση / έκδοση / δημοσίευση ενός νόμου. Ένας νόμος είναι συνταγματικός / αντισυνταγματικός. νόμος αυστηρός / σκληρός / ελαστικός. Tα άρθρα / οι διατάξεις / η ερμηνεία ενός νόμου. Yποβάλλω σχέδιο νόμου στη βουλή. Θέτω σε ισχύ ένα νόμο. Ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ. Kατά το νόμο / τους όρους του νόμου. Σύμφωνα με το νόμο. Kτ. προβλέπεται από το νόμο. Kάποιος / κτ. υπόκειται στις διατάξεις του τάδε νόμου. Ο τάδε νόμος παρουσιάζει κε νά, δεν προβλέπει όλες τις περιπτώσεις. Ο νόμος διατάσσει / απαγορεύει / επιτρέπει. Εφαρμόζω / σέβομαι / τηρώ / παραβαίνω / καταστρατηγώ τους νόμους. Yπακούω στους νόμους. Ο νόμος ορίζει. (οικ.) Ο νόμος λέει. Ο νόμος περί τύπου / περί των εργατικών συνδικάτων κτλ. Στρατιωτικός* νόμος. νόμος πλαίσιο*. || Οι νόμοι του Σόλωνα / του Λυκούργου. Ο νόμος έχει παράθυρα. Aφή νω ένα παράθυρο στο νόμο. (έκφρ.) θέτω κπ. / κτ. εκτός νόμου, το(ν) χαρακτηρίζω παράνομο. είμαι εκτός νόμου, είμαι παράνομος. ΦΡ το γράμ μα* και το πνεύμα του νόμου. κάποιος δεν έχει ούτε πίστη ούτε νόμο, είναι ανήθικος, δεν τον σταματάει τίποτε προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. || (επέκτ.) η θέληση ενός προσώπου που ασκεί επιβολή στα πρόσωπα του περιβάλλοντός του: Ο λόγος του πατέρα ήταν νόμος για εμάς. β. το σύνολο των νόμων ενός κράτους: Ο ελληνικός / αγγλικός νόμος, νομοθεσία. H δύναμη του νόμου. Ο αστυνομικός είναι προστάτης του νόμου. H τήρηση του νόμου είναι υποχρέωση του πολίτη. Έρχομαι σε σύγκρουση με το νόμο. || (μτφ.): Πέφτει βαρύς ο πέλεκυς του νόμου, ο νόμος τιμωρεί σκλη ρά. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback