καρτερώ Verb  [kartero, karterw]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!

Etymologie zu καρτερώ

καρτερώ altgriechisch καρτερῶ


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu καρτερώ

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
καρτεράω, καρτερώκαρτεράμε, καρτερούμε
καρτεράςκαρτεράτε
καρτεράει, καρτεράκαρτεράν(ε), καρτερούν(ε)
Imper
fekt
καρτερούσα, καρτέραγακαρτερούσαμε, καρτεράγαμε
καρτερούσες, καρτέραγεςκαρτερούσατε, καρτεράγατε
καρτερούσε, καρτέραγεκαρτερούσαν(ε), καρτέραγαν, καρτεράγανε
Aoristκαρτέρεσακαρτερέσαμε
καρτέρεσεςκαρτερέσατε
καρτέρεσεκαρτέρεσαν, καρτερέσαν(ε)
Perf
ekt
έχω καρτερέσειέχουμε καρτερέσει
έχεις καρτερέσειέχετε καρτερέσει
έχει καρτερέσειέχουν καρτερέσει
Plu
perf
ekt
είχα καρτερέσειείχαμε καρτερέσει
είχες καρτερέσειείχατε καρτερέσει
είχε καρτερέσειείχαν καρτερέσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα καρτεράω, θα καρτερώθα καρτεράμε, θα καρτερούμε
θα καρτεράςθα καρτεράτε
θα καρτεράει, θα καρτεράθα καρτεράν(ε), θα καρτερούν(ε)
Fut
ur
θα καρτερέσωθα καρτερέσουμε, θα καρτερέσομε
θα καρτερέσειςθα καρτερέσετε
θα καρτερέσειθα καρτερέσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω καρτερέσειθα έχουμε καρτερέσει
θα έχεις καρτερέσειθα έχετε καρτερέσει
θα έχει καρτερέσειθα έχουν καρτερέσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να καρτεράω, να καρτερώνα καρτεράμε, να καρτερούμε
να καρτεράςνα καρτεράτε
να καρτεράει, να καρτεράνα καρτεράν(ε), να καρτερούν(ε)
Aoristνα καρτερέσωνα καρτερέσουμε, να καρτερέσομε
να καρτερέσειςνα καρτερέσετε
να καρτερέσεινα καρτερέσουν(ε)
Perfνα έχω καρτερέσεινα έχουμε καρτερέσει
να έχεις καρτερέσεινα έχετε καρτερέσει
να έχει καρτερέσεινα έχουν καρτερέσει
Imper
ativ
Presκαρτέρα, καρτέραγεκαρτεράτε
Aoristκαρτέρεσε, καρτέρακαρτερέστε
Part
izip
Presκαρτερώντας
Perfέχοντας καρτερέσει
InfinAoristκαρτερέσει



Griechische Definition zu καρτερώ

καρτερώ [karteró] & -άω .11α : (λαϊκότρ., λογοτ.) περιμένω: Xρόνια και χρόνια τον καρτερούσε. ΠAΡ Kάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει, πρέπει να αρκείται κανείς στο σχετικά μικρό αλλά σίγουρο κέρδος ή όφελος και να μη ζητά το μεγαλύτερο που είναι όμως αβέβαιο. (Γιάννη γύρευε) και Nικολό καρτέρει, για κτ. που αργεί να γίνει, να πραγματοποιηθεί.

[αρχ. καρτερῶ `υπομένω, αντέχω΄ (η σημερ. σημ. μσν.)]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback