επαγγελματικός -ή -ό Adj.  [epangelmatikos -i -o, epaggelmatikos -h -o]

  Adj.
(8)
(3)
  Adj.
(1)
  Adj.
(1)

GriechischDeutsch
Προς τούτο απαιτείται επαγγελματικός σχεδιασμός και θέσπιση του διαλόγου ως ευρωπαϊκού "κοινωνικού σήματος" που θα κερδίσει αναγνώριση και αξιοπιστία.Dazu wieder ist es erforderlich, professionell zu planen und für den Dialog ein anerkanntes und vertrauenswürdiges europäisches gesellschaftliches Markenimage aufzubauen.

Übersetzung bestätigt

Προς τούτο απαιτείται επαγγελματικός σχεδιασμός και θέσπιση του διαλόγου ως ευρωπαϊκού κοινωνικού "σήματος" που θα κερδίσει αναγνώριση και αξιοπιστία.Dazu wieder ist es erforderlich, professionell zu planen und für den Dialog ein anerkanntes und vertrauenswürdiges europäisches gesellschaftliches Markenimage aufzubauen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • επαγγελματικός (maskulin)
  • επαγγελματική (feminin)
  • επαγγελματικό (neutrum)


Griechische Definition zu επαγγελματικός -ή -ό

επαγγελματικός -ή -ό [epangelmatikós] : που ανήκει ή αναφέρεται στον επαγγελματία ή στο επάγγελμα. α. που αναφέρεται στην επιλογή ή στην προετοιμασία για την άσκηση ενός επαγγέλματος: επαγγελματικός -ή -ό προσανατολισμός*. Επαγγελματική εκπαίδευση / σχολή / αποκατάσταση. β. που αφορά την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος: Επαγγελματική συνείδηση / γλώσσα / ψυχολογία. Επαγγελματικό απόρρητο / μυστικό / ραντεβού. Επαγγελματική δεοντολογία. Επαγγελματικές δραστηριότητες / σχέσεις. Επαγγελματικές υποθέσεις. || (ως ουσ.) τα επαγγελματικά, οι επαγγελματικές υποθέσεις: Δε σε αφορούν τα επαγγελματικά μας. Επαγγελματική στέγη, ο χώρος όπου ασκείται ένα ελεύθερο επάγγελμα. γ. που αφορά την άσκηση μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας ως (κύριο) επάγγελμα. ANT ερασιτεχνικός: επαγγελματικός -ή -ό αθλητισμός. Επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Επαγγελματικό δίπλωμα για οδήγηση αυτοκινήτου. || Επαγγελματικό ψυγείο / πλυντήριο. δ. που αναφέρεται στις συνέπειες από την άσκηση ενός επαγγέλματος: Επαγγελματικοί κίνδυνοι. Επαγγελματικές ασθένειες. ε. που αναφέρεται σε ένα σύνολο επαγγελματιών: Επαγγελματικό σωματείο. επαγγελματικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. επαγγελματ(ίας) -ικός]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback