εξυπηρετικός -ή -ό Adj.  [eksipiretikos -i -o, eksyphretikos -h -o]

  Adj.
(18)
  Adj.
(16)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Ήταν πάντοτε εξυπηρετικός και συνεργάσιμος.Er ist in allem hilfreich und kooperativ gewesen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • εξυπηρετικός (maskulin)
  • εξυπηρετική (feminin)
  • εξυπηρετικό (neutrum)


Griechische Definition zu εξυπηρετικός -ή -ό

εξυπηρετικός -ή -ό [eksipiretikós] : που εξυπηρετεί. α. (για πρόσ.) που πρόθυμα προσφέρει τις υπηρεσίες του, που πρόθυμα εξυπηρετεί: εξυπηρετικός -ή -ό υπάλληλος. Εξυπηρετικό γκαρσόνι. Tο κατάστημα διαθέτει μεγάλη ποικιλία, οι πωλήτριές του όμως δεν είναι καθόλου εξυπηρετικές. β. (για πργ.) που καλύπτει, που ικανοποιεί ορισμένη έλλειψη ή ανάγκη: Πολύ εξυπηρετικός -ή -ό ο νέος δρόμος. Σκεύος / εργαλείο πολύ εξυπηρετικό. Tο ιδιωτικό επιβατικό αυτοκίνητο είναι εξυπηρετικό κυρίως για ταξίδια έξω από την πόλη.

[λόγ. εξυπηρετ- (εξυπηρετώ) -ικός]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback