διατηρώ Verb  [diatiro, thiatiro, diathrw]

  Verb
(13)
  Verb
(4)
  Verb
(2)
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu διατηρώ

διατηρώ altgriechisch διατηρέω / διατηρῶ διά + τηρέω / τηρῶ ((Lehnbedeutung) französisch conserver)


GriechischDeutsch
εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, συγγνώμη που άργησα αλλά προσπαθούσα να διατηρώ χαμηλή ταχύτητα για να προστατεύσω το κλίμα μας.im Namen der PPE-DE-Fraktion. (FR) Herr Präsident, Herr Kommissar! Ich entschuldige mich für die Verspätung, aber ich habe versucht, die Geschwindigkeit niedrig zu halten, um unser Klima zu schützen.

Übersetzung bestätigt

Να σας πω την αλήθεια, αυτό το ξύρισμα ήταν παράξενο για μένα, γιατί το σκεφτόμουνα, και συνειδητοποίησα οτι ο τρόπος με τον οποίο ξυριζόμουν τότε θα ήταν ο τρόπος με τον οποίο θα ξυριζόμουν για το υπόλοιπο της ζωής μου -γιατί θα έπρεπε να διατηρώ το ίδιο μήκος.Ich muss sagen, dass das eine seltsame Rasur war, weil ich dabei darüber nachdachte und erkannte, dass die Art, wie ich mich gerade rasierte, die Art sein würde, auf die ich mich dann den Rest meines Lebens rasieren würde -weil ich die Breite gleich halten müsste.

Übersetzung nicht bestätigt



Grammatik

Grammatik zu διατηρώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
διατηρώδιατηρούμεδιατηρούμαιδιατηρούμαστε
διατηρείςδιατηρείτεδιατηρείσαιδιατηρείστε
διατηρείδιατηρούν(ε)διατηρείταιδιατηρούνται
Imper
fekt
διατηρούσαδιατηρούσαμεδιατηρούμουνδιατηρούμαστε
διατηρούσεςδιατηρούσατε
διατηρούσεδιατηρούσαν(ε)διατηρούνταν, διατηρείτοδιατηρούνταν, διατηρούντο
Aoristδιατήρησαδιατηρήσαμεδιατηρήθηκαδιατηρηθήκαμε
διατήρησεςδιατηρήσατεδιατηρήθηκεςδιατηρηθήκατε
διατήρησεδιατήρησαν, διατηρήσαν(ε)διατηρήθηκεδιατηρήθηκαν, διατηρηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω διατηρήσει
έχω διατηρημένο
έχουμε διατηρήσει
έχουμε διατηρημένο
έχω διατηρηθεί
είμαι διατηρημένος, -η
έχουμε διατηρηθεί
είμαστε διατηρημένοι, -ες
έχεις διατηρήσει
έχεις διατηρημένο
έχετε διατηρήσει
έχετε διατηρημένο
έχεις διατηρηθεί
είσαι διατηρημένος, -η
έχετε διατηρηθεί
είστε διατηρημένοι, -ες
έχει διατηρήσει
έχει διατηρημένο
έχουν διατηρήσει
έχουν διατηρημένο
έχει διατηρηθεί
είναι διατηρημένος, -η, -ο
έχουν διατηρηθεί
είναι διατηρημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα διατηρήσει
είχα διατηρημένο
είχαμε διατηρήσει
είχαμε διατηρημένο
είχα διατηρηθεί
ήμουν διατηρημένος, -η
είχαμε διατηρηθεί
ήμαστε διατηρημένοι, -ες
είχες διατηρήσει
είχες διατηρημένο
είχατε διατηρήσει
είχατε διατηρημένο
είχες διατηρηθεί
ήσουν διατηρημένος, -η
είχατε διατηρηθεί
ήσαστε διατηρημένοι, -ες
είχε διατηρήσει
είχε διατηρημένο
είχαν διατηρήσει
είχαν διατηρημένο
είχε διατηρηθεί
ήταν διατηρημένος, -η, -ο
είχαν διατηρηθεί
ήταν διατηρημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα διατηρώθα διατηρούμεθα διατηρούμαιθα διατηρούμαστε
θα διατηρείςθα διατηρείτεθα διατηρείσαιθα διατηρείστε
θα διατηρείθα διατηρούν(ε)θα διατηρείταιθα διατηρούνται
Fut
ur
θα διατηρήσωθα διατηρήσουμεθα διατηρηθώθα διατηρηθούμε
θα διατηρήσειςθα διατηρήσετεθα διατηρηθείςθα διατηρηθείτε
θα διατηρήσειθα διατηρήσουν(ε)θα διατηρηθείθα διατηρηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω διατηρήσει
θα έχω διατηρημένο
θα έχουμε διατηρήσει
θα έχουμε διατηρημένο
θα έχω διατηρηθεί
θα είμαι διατηρημένος, -η
θα έχουμε διατηρηθεί
θα είμαστε διατηρημένοι, -ες
θα έχεις διατηρήσει
θα έχεις διατηρημένο
θα έχετε διατηρήσει
θα έχετε διατηρημένο
θα έχεις διατηρηθεί
θα είσαι διατηρημένος, -η
θα έχετε διατηρηθεί
θα είστε διατηρημένοι, -η
θα έχει διατηρήσει
θα έχει διατηρημένο
θα έχουν διατηρήσει
θα έχουν διατηρημένο
θα έχει διατηρηθεί
θα είναι διατηρημένος, -η, -ο
θα έχουν διατηρηθεί
θα είναι διατηρημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να διατηρώνα διατηρούμενα διατηρούμαινα διατηρούμαστε
να διατηρείςνα διατηρείτενα διατηρείσαινα διατηρείστε
να διατηρείνα διατηρούν(ε)να διατηρείταινα διατηρούνται
Aoristνα διατηρήσωνα διατηρήσουμε, να διατηρήσομενα διατηρηθώνα διατηρηθούμε
να διατηρήσειςνα διατηρήσετενα διατηρηθείςνα διατηρηθείτε
να διατηρήσεινα διατηρήσουν(ε)να διατηρηθείνα διατηρηθούν(ε)
Perfνα έχω διατηρήσει
να έχω διατηρημένο
να έχουμε διατηρήσει
να έχουμε διατηρημένο
να έχω διατηρηθεί
να είμαι διατηρημένος, -η
να έχουμε διατηρηθεί
να είμαστε διατηρημένοι, -ες
να έχεις διατηρήσει
να έχεις διατηρημένο
να έχετε διατηρήσει
να έχετε διατηρημένο
να έχεις διατηρηθεί
να είσαι διατηρημένος, -η
να έχετε διατηρηθεί
να είστε διατηρημένοι, -ες
να έχει διατηρήσει
να έχει διατηρημένο
να έχουν διατηρήσει
να έχουν διατηρημένο
να έχει διατηρηθεί
να είναι διατηρημένος, -η, -ο
να έχουν διατηρηθεί
να είναι διατηρημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presδιατηρείτεδιατηρείστε
Aoristδιατήρησεδιατηρήστε, διατηρήσετεδιατηρήσουδιατηρηθείτε
Part
izip
Presδιατηρώντας
Perfέχοντας διατηρήσει, έχοντας διατηρημένοδιατηρημένος, -η, -οδιατηρημένοι, -ες, -α
InfinAoristδιατηρήσειδιατηρηθεί













Griechische Definition zu διατηρώ

διατηρώ [δiatiró] -ούμαι : 1α. κρατώ κτ. σε καλή κατάσταση, το προστατεύω από την καταστροφή: Aρχαία μνημεία που διατηρούνται ακόμα. Tα χρώματα στους τοίχους διατηρούνται ακόμη ζωηρά. Mε τη γυμναστική το σώμα διατηρεί την ελαστικότητά του. Tροφές που διατηρούν τον άνθρωπο νέο / υγιή. Διατηρεί κάποιος την ομορφιά του. || (ιδίως για τροφές) προστατεύω από την αλλοίωση: Διατηρούμε τα τρόφιμα στο ψυγείο. Διατηρημένες τροφές. || διατηρώ κπ. στη ζωή με τεχνητά μέσα. β. (παθ. για πρόσ.) βρίσκομαι σε καλή σωματική και πνευματική κατάσταση: Διατηρείται πολύ καλά παρά την ηλικία του. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback