βορειοανατολικός -ή -ό Adj.  [vorioanatolikos -i -o, boreioanatolikos -h -o]

(1)
(0)

GriechischDeutsch
Βόρειος-βορειοανατολικός σταθερός.Nord-Nordost, beständig.

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • βορειοανατολικός (maskulin)
  • βορειοανατολική (feminin)
  • βορειοανατολικό (neutrum)


Griechische Definition zu βορειοανατολικός -ή -ό

βορειοανατολικός -ή -ό [vorioanatodivkós] : 1α. (για γεωγραφικό χώρο) που βρίσκεται προς το μεταξύ βορρά και ανατολής σημείο του ορίζοντα (συντομογρ. BA): Bορειοανατολική Ευρώπη. Bορειοανατολικά σύνορα. β. (για κτίσμα) που είναι στραμμένος προς το μεταξύ βορρά και ανατολής σημείο του ορίζοντα ή που η μία πλευρά του είναι στραμμένη προς το βορρά και η άλλη προς την ανατολή: H βορειοανατολική πρόσοψη του κτιρίου. || (ως ουσ.) τα βορειοανατολικά, το βορειοανατολικό τμήμα μιας περιοχής: Στα βορειοανατολικά του χωριού υπάρχει ένα δάσος. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback