αντιπαθώ Verb  [antipatho, antipathw]

(0)

Etymologie zu αντιπαθώ

αντιπαθώ Koine-Griechisch ἀντιπαθέω / ἀντιπαθῶ altgriechisch ἀντιπαθής ἀντί + πάθος πάσχω indoeuropäisch (Wurzel) *kʷenth- (πάσχω, υποφέρω)


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
απεχθάνομαι
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

Grammatik zu αντιπαθώ

απρόσωπες εγκλίσεις
απαρέμφατο (αόριστος)
αντιπαθήσει
μετοχή (ενεστώτας)
αντιπαθώντας
προσωπικές εγκλίσεις
πρόσωποsingularplural
πρώτοδεύτεροτρίτοπρώτοδεύτεροτρίτο
οριστικήεγώεσύαυτόςεμείςεσείςαυτοί
μονολεκτικοί
χρόνοι
ενεστώταςαντιπαθώαντιπαθείςαντιπαθείαντιπαθούμεαντιπαθείτεαντιπαθούν
παρατατικόςαντιπαθούσααντιπαθούσεςαντιπαθούσεαντιπαθούσαμεαντιπαθούσατεαντιπαθούσαν
αόριστοςαντιπάθησααντιπάθησεςαντιπάθησεαντιπαθήσαμεαντιπαθήσατεαντιπάθησαν


περιφραστικοί
χρόνοι
εξακολουθητικός
μέλλοντας
θα αντιπαθώθα αντιπαθείςθα αντιπαθείθα αντιπαθούμεθα αντιπαθείτεθα αντιπαθούν
στιγμιαίος
μέλλοντας
θα αντιπαθήσωθα αντιπαθήσειςθα αντιπαθήσειθα αντιπαθήσουμεθα αντιπαθήσετεθα αντιπαθήσουν
παρακείμενος α'έχω αντιπαθήσειέχεις αντιπαθήσειέχει αντιπαθήσειέχουμε αντιπαθήσειέχετε αντιπαθήσειέχουν αντιπαθήσει
παρακείμενος β'------
υπερσυντέλικος α'είχα αντιπαθήσειείχες αντιπαθήσειείχε αντιπαθήσειείχαμε αντιπαθήσειείχατε αντιπαθήσειείχαν αντιπαθήσει
υπερσυντέλικος β'------
συντελεσμένος
μέλλοντας α'
θα έχω αντιπαθήσειθα έχεις αντιπαθήσειθα έχει αντιπαθήσειθα έχουμε αντιπαθήσειθα έχετε αντιπαθήσειθα έχουν αντιπαθήσει
συντελεσμένος
μέλλοντας β'
------
υποτακτικήεγώεσύαυτόςεμείςεσείςαυτοί
περιφραστικοί
χρόνοι
ενεστώταςνα αντιπαθώνα αντιπαθείςνα αντιπαθείνα αντιπαθούμενα αντιπαθείτενα αντιπαθούν
αόριστοςνα αντιπαθήσωνα αντιπαθήσειςνα αντιπαθήσεινα αντιπαθήσουμενα αντιπαθήσετενα αντιπαθήσουν
παρακείμενος α'να έχω αντιπαθήσεινα έχεις αντιπαθήσεινα έχει αντιπαθήσεινα έχουμε αντιπαθήσεινα έχετε αντιπαθήσεινα έχουν αντιπαθήσει
παρακείμενος β'------
προστακτική-(εσύ)--(εσείς)-
μονολεκτικοί
χρόνοι
ενεστώταςαντιπάθειαντιπαθείτε
αόριστοςαντιπάθησεαντιπαθήστε



Griechische Definition zu αντιπαθώ

αντιπαθώ [antipaθó] .9α : αισθάνομαι αντιπάθεια για κπ. ή για κτ. ANT συμπαθώ: αντιπαθώ τη σχολαστικότητα / την τεμπελιά. Tον αντιπάθησα πολύ, όταν τον είδα να δέρνει τα παιδιά του.

[λόγ. < ελνστ. ἀντιπαθῶ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback