{το}  αντικείμενο Subst.  [antikimeno, antikeimeno]

{der}    Subst.
(5418)
{der}    Subst.
(4918)
{das}    Subst.
(1281)
{der}    Subst.
(0)

Etymologie zu αντικείμενο

αντικείμενο altgriechisch ἀντικείμενον, ουδέτερο της μετοχής του ρήματος ἀντίκειμαι ἀντί + κεῖμαι


GriechischDeutsch
Η επένδυση αυτή αποτελεί το αντικείμενο του κοινοποιηθέντος σχεδίου.Diese Investition ist Gegenstand des angemeldeten Vorhabens.

Übersetzung bestätigt

Στον βαθμό που οι παρατηρήσεις τρίτων ενδιαφερομένων αμφισβητούν το συμπέρασμα της Επιτροπής στην απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2007 για την κίνηση της διαδικασίας, δηλαδή ότι η δημόσια εγγύηση από μόνη της δεν παρείχε ειδικό πρόσθετο πλεονέκτημα στην ΒΤ, οι παρατηρήσεις αυτές δεν αφορούν το αντικείμενο της παρούσας απόφασης και δεν θα ληφθούν υπόψη.Stellungnahmen Dritter, die der Schlussfolgerung der Kommission in ihrer Einleitungsentscheidung vom 28. November 2007 widersprechen, dass die staatliche Garantie für sich genommen BT keinen spezifischen zusätzlichen Vorteil verschafft, betreffen nicht den Gegenstand dieser Entscheidung und werden daher in dieser Entscheidung nicht behandelt.

Übersetzung bestätigt

Η Γερμανία θεωρεί ότι στη σύγκριση μεταξύ του συντελεστή δαπανών των επενδύσεων που αποτέλεσαν το αντικείμενο της απόφασης Qimonda και τον αντίστοιχο συντελεστή των δύο σχεδίων της Sovello, η οποία γίνεται στο σημείο 61 της απόφασης για κίνηση της επίσημης διαδικασίας, δεν λαμβάνονται υπόψη ορισμένα ειδικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου τομέα και συνεπώς δεν αποτελεί την κατάλληλη βάση για τον αποκλεισμό του Sovello1 από τον κύκλο των πιλοτικών σχεδίων.Nach Ansicht Deutschlands lässt der in Randnummer 61 der Entscheidung über die Eröffnung des förmlichen Prüfverfahrens angestellte Vergleich (zwischen dem Multiplikationsfaktor bei den Kosten der Investitionen, die Gegenstand der Qimonda-Entscheidung waren, und dem entsprechenden Faktor bei den beiden Sovello-Vorhaben) sektorspezifische Merkmale außer Acht und ist daher ungeeignet, um Sovello1 aus dem Kreis eines Pilotvorhabens auszuschließen.

Übersetzung bestätigt

Τα μέτρα αυτά είναι διακριτά από τα μέτρα που αποτέλεσαν αντικείμενο της καταγγελίας του 2002 και έτσι η καταγγελία σε σχέση με αυτά τα μέτρα αντιμετωπίστηκε ως χωριστή καταγγελία και έλαβε αριθμό αρχικά CP 221/06 και στη συνέχεια NN 83/06.Da es sich bei diesen Maßnahmen um andere als jene handelte, die Gegenstand der Beschwerde aus dem Jahr 2002 waren, wurde die Beschwerde separat behandelt und unter der Referenznummer CP 221/06 bzw. später NN 83/06 erfasst.

Übersetzung bestätigt

Τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν ισοδυναμούν με το σύνολο του χρέους που αποτελεί αντικείμενο της δεύτερης συμφωνίας με το Fogasa και της συμφωνίας με το TGSS.Die zurückzuzahlenden Beträge entsprechen der Gesamtheit der Verbindlichkeiten, die Gegenstand der zweiten Vereinbarung mit dem FOGASA und der Vereinbarung mit der TGSS sind.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu αντικείμενο

αντικείμενο το [andikímeno] : 1α.κάθε πράγμα ιδίως καθορισμένο από άποψη μορφής, υλικού ή προορισμού: Ένα μικρό / μεγάλο / ξύλινο / μεταλλικό / αιχμηρό / χρήσιμο αντικείμενο. Aντικείμενα καθημερινής χρήσεως. Tα προσωπικά αντικείμενα κάποιου. Φορολογούμενα αντικείμενα. Άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενα* αντικείμενα. β. (φιλοσ.) καθετί που υπάρχει ανεξάρτητα από τη συνείδηση: Σχέση του εγώ με το αντικείμενο. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback