im Stich lassen
 (ugs.)  

εγκαταλείπω Verb
(5)
παρατώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nenn es meinetwegen "im Stich lassen", aber das ist doch wirklich das Beste... für den Jungen.Πες ότι τον εγκαταλείπω, αλλά κάνω το καλύτερο για το παιδί!

Übersetzung nicht bestätigt

Sie im Stich lassen will?Τα εγκαταλείπω;

Übersetzung nicht bestätigt

Dass ich sie im Stich lassen will?Τα εγκαταλείπω;

Übersetzung nicht bestätigt

Hör mal. Ich werde dich nicht im Stich lassen.Δεν σ' εγκαταλείπω.

Übersetzung nicht bestätigt

Dich im Stich lassen?Σε εγκαταλείπω;

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik

Noch keine Informationen zur Grammatik vorhanden.



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
παρατάω, παρατώπαρατάμε, παρατούμεπαρατιέμαιπαρατιόμαστε
παρατάςπαρατάτεπαρατιέσαιπαρατιέστε, παρατιόσαστε
παρατάει, παρατάπαρατάν(ε), παρατούν(ε)παρατιέταιπαρατιούνται, παρατιόνται
Imper
fekt
παρατούσα, παράταγαπαρατούσαμε, παρατάγαμεπαρατιόμουν(α)παρατιόμαστε, παρατιόμασταν
παρατούσες, παράταγεςπαρατούσατε, παρατάγατεπαρατιόσουν(α)παρατιόσαστε, παρατιόσασταν
παρατούσε, παράταγεπαρατούσαν(ε), παράταγαν, παρατάγανεπαρατιόταν(ε)παρατιόνταν(ε), παρατιούνταν, παρατιόντουσαν
Aoristπαράτησαπαρατήσαμεπαρατήθηκαπαρατηθήκαμε
παράτησεςπαρατήσατεπαρατήθηκεςπαρατηθήκατε
παράτησεπαράτησαν, παρατήσαν(ε)παρατήθηκεπαρατήθηκαν, παρατηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω παρατήσει
έχω παρατημένο
έχουμε παρατήσει
έχουμε παρατημένο
έχω παρατηθεί
είμαι παρατημένος, -η
έχουμε παρατηθεί
είμαστε παρατημένοι, -ες
έχεις παρατήσει
έχεις παρατημένο
έχετε παρατήσει
έχετε παρατημένο
έχεις παρατηθεί
είσαι παρατημένος, -η
έχετε παρατηθεί
είστε παρατημένοι, -ες
έχει παρατήσει
έχει παρατημένο
έχουν παρατήσει
έχουν παρατημένο
έχει παρατηθεί
είναι παρατημένος, -η, -ο
έχουν παρατηθεί
είναι παρατημένοι, -ες, -α
Plu
perf
ekt
είχα παρατήσει
είχα παρατημένο
είχαμε παρατήσει
είχαμε παρατημένο
είχα παρατηθεί
ήμουν παρατημένος, -η
είχαμε παρατηθεί
ήμαστε παρατημένοι, -ες
είχες παρατήσει
είχες παρατημένο
είχατε παρατήσει
είχατε παρατημένο
είχες παρατηθεί
ήσουν παρατημένος, -η
είχατε παρατηθεί
ήσαστε παρατημένοι, -ες
είχε παρατήσει
είχε παρατημένο
είχαν παρατήσει
είχαν παρατημένο
είχε παρατηθεί
ήταν παρατημένος, -η, -ο
είχαν παρατηθεί
ήταν παρατημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα παρατάω, θα παρατώθα παρατάμε, θα παρατούμεθα παρατιέμαιθα παρατιόμαστε
θα παρατάςθα παρατάτεθα παρατιέσαιθα παρατιέστε, θα παρατιόσαστε
θα παρατάει, θα παρατάθα παρατάν(ε), θα παρατούν(ε)θα παρατιέταιθα παρατιούνται, θα παρατιόνται
Fut
ur
θα παρατήσωθα παρατήσουμε, θα παρατήσομεθα παρατηθώθα παρατηθούμε
θα παρατήσειςθα παρατήσετεθα παρατηθείςθα παρατηθείτε
θα παρατήσειθα παρατήσουν(ε)θα παρατηθείθα παρατηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω παρατήσει
θα έχω παρατημένο
θα έχουμε παρατήσει
θα έχουμε παρατημένο
θα έχω παρατηθεί
θα είμαι παρατημένος, -η
θα έχουμε παρατηθεί
θα είμαστε παρατημένοι, -ες
θα έχεις παρατήσει
θα έχεις παρατημένο
θα έχετε παρατήσει
θα έχετε παρατημένο
θα έχεις παρατηθεί
θα είσαι παρατημένος, -η
θα έχετε παρατηθεί
θα είστε παρατημένοι, -ες
θα έχει παρατήσει
θα έχει παρατημένο
θα έχουν παρατήσει
θα έχουν παρατημένο
θα έχει παρατηθεί
θα είναι παρατημένος, -η, -ο
θα έχουν παρατηθεί
θα είναι παρατημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να παρατάω, να παρατώνα παρατάμε, να παρατούμενα παρατιέμαινα παρατιόμαστε
να παρατάςνα παρατάτενα παρατιέσαινα παρατιέστε, να παρατιόσαστε
να παρατάει, να παρατάνα παρατάν(ε), να παρατούν(ε)να παρατιέταινα παρατιούνται, να παρατιόνται
Aoristνα παρατήσωνα παρατήσουμε, να παρατήσομενα παρατηθώνα παρατηθούμε
να παρατήσειςνα παρατήσετενα παρατηθείςνα παρατηθείτε
να παρατήσεινα παρατήσουν(ε)να παρατηθείνα παρατηθούν(ε)
Perfνα έχω παρατήσει
να έχω παρατημένο
να έχουμε παρατήσει
να έχουμε παρατημένο
να έχω παρατηθεί
να είμαι παρατημένος, -η
να έχουμε παρατηθεί
να είμαστε παρατημένοι, -ες
να έχεις παρατήσει
να έχεις παρατημένο
να έχετε παρατήσει
να έχετε παρατημένο
να έχεις παρατηθεί
να είσαι παρατημένος, -η
να έχετε παρατηθεί
να είστε παρατημένοι, -η
να έχει παρατήσει
να έχει παρατημένο
να έχουν παρατήσει
να έχουν παρατημένο
να έχει παρατηθεί
να είναι παρατημένος, -η, -ο
να έχουν παρατηθεί
να είναι παρατημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπαράτα, παράταγεπαρατάτεπαρατιέστε
Aoristπαράτησε, παράταπαρατήστεπαρατήσουπαρατηθείτε
Part
izip
Presπαρατώντας
Perfέχοντας παρατήσει, έχοντας παρατημένοπαρατημένος, -η, -οπαρατημένοι, -ες, -α
InfinAoristπαρατήσειπαρατηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback